Από τα έργα του Αγίου Διονυσίου του Αρεοπαγίτου

Διονυσίου Αρεοπαγίτου Προς Τιμόθεον “ΠΕΡΙ ΜΥΣΤΙΚΗΣ ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α ́ ΤΙΣ Ο ΘΕΙΟΣ ΓΝΟΦΟΣ

[Τι είναι ο θείος γνόφος]

1. Τριάδα Εσύ, Που είσαι πέρα από κάθε ουσία,Υπέρθεη και Υπεράγαθη, Εσύ που εποπτεύεις από ψηλά Τη γνώση των χριστιανών για τα θεϊκά πράγματα, οδήγησέ μας στην ύψιστη κορφή Των Μυστικών Λόγων, αυτήν που ξεπερνά τη γνώση και το φώς! Εκεί όπου Τα απλά, απόλυτα και αμετάτρεπτα μυστήρια του θείου Λόγου, Καλύπτονται μέσα στον πέρα απ’ το φώς γνόφο της Μυστικιστικής σιωπής που Μέσα στο απόλυτο σκοτάδι Ξεπερνά τη λάμψη του απόλυτα Φωτεινού και μέσα στο εντελώς ανέγγιχτο Και αόρατο, πλημμυρίζει τον δίχως οφθαλμούς Νού μας, με την λαμπρότητα του υπερβατικού κάλλους. Αυτή ας είναι η προσευχή μου.Όσο για σένα, αγαπητέ Τιμόθεε, κατά την επίμονη διατριβή σου με τα μυστικά θεάματα, εγκατέλειψε τις αισθήσεις και τα έργα της νόησης. Εγκατέλειψε όλα τα αισθητά και τα νοητά, και όσα υπάρχουν και όσα δεν υπάρχουν, και ανυψώσου, όσο είναι δυνατό, ώστε να ενωθείς ακατάληπτα με Εκείνον που είναι πέρα από κάθε ουσία και πέρα από κάθε γνώση. Γιατί με την απόλυτη και αγνή απόσπαση από τον εαυτό σου και από οτιδήποτε έχει σχέση μαζί του, αφού εγκαταλείψεις τα πάντα και αποδεσμευθείς από τα πάντα,θα ανυψωθείς προς την ακτίνα του θείου σκότους που βρίσκεται πέρα από κάθε ουσία. Πρόσεξε όμως μήπως τ’ ακούσει αυτά κανείς από τους αμύητους· λέω για εκείνους που έχουν προσκόλληση στα όσα υπάρχουν και δεν φαντάζονται πως υπάρχει κάτι πάνω από τα όντα το οποίο υπερβαίνει την ουσία. Αυτούς που νομίζουν πως με τη δική τους γνώση μπορούν να γνωρίσουν Εκείνον που έχει κάνει το σκοτάδι κρύπτη Του. Και εάν οι θείες μυσταγωγίες είναι πέρα από την κατανόηση αυτών, τί να πεί κανείς και για τους εντελώς αμυσταγώγητους; Εκείνους που αποδίδουν στηνυπεράνω των πάντων Αιτία γνωρίσματα που ταιριάζουν στα ευτελέστερα των όντων και λένε πώς καθόλου δεν υπερέχει από τα άθεα και πολύμορφα πλάσματα της φαντασίας τους; Είναι αναγκαίο, να αποδίδουμε καταφατικά σε Αυτήν τα γνωρίσματα όλων όσων υπάρχουν, αφού είναι η Αιτία των πάντων, είναι όμως ακόμη καλύτερο να Της αρνούμαστε όλα αυτά τα γνωρίσματα, αφού βρίσκεται πάνω και πέρα από όλα αυτά. Κι αυτό χωρίς να θεωρούμε πως η άρνηση των γνωρισμάτων αντιβαίνει στην κατάφασή τους, αφού Αυτή υπήρχε πολύ πριν γίνουν όλα, πάνω από αρνήσεις καιπάνω από κάθε αφαίρεση ή απόδοση. Κατά τον ίδιο λόγο ο θεϊκός Βαρθολομαίος λέει ότι η θεολογία είναι και πολλή και ελάχιστη και ότι το Ευαγγέλιο είναι και ευρύ και μεγάλο αλλάταυτοχρόνως και σύντομο. Μου φαίνεται πώς με υπερφυσικό τρόπο είχε εννοήσει ότι η εξαίσια Αιτία τωνπάντων μπορεί να περιγραφεί και με πολλά λόγια, αλλά ταυτοχρόνως και με λίγα ή και δίχως λόγια. Κι αυτό γιατί δεν μπορεί ούτε να λεχθεί ούτε να νοηθεί, επειδή βρίσκεται πέρααπό κάθε ουσία και πάνω από όλα τα πράγματα.Και φανερώνεται αληθινά και δίχως καλύμματα μόνο σε όσους διαβαίνουν καιτα ακάθαρτα και τα καθαρά και υπερβαίνουν το υψηλότερο σημείο όλων των αγίωνκορυφών, αφήνοντας πίσω τους κάθε θεϊκό φώς και κάθε ήχο και κάθε ουράνιαομιλία, για να εισέλθουν στο γνόφο, όπου πραγματικά υπάρχει, όπως λένε οι Γραφές, Αυτός που βρίσκεται πέρα από τα πάντα. Γιατί δεν είναι χωρίς λόγο που ο θεϊκός Μωϋσής, προστάχθηκε να εξαγνιστείπρώτα ο ίδιος κι έπειτα να απομακρυνθεί από τους ακάθαρτους.Κι ύστερα απ’ τον τέλειο καθαρμό άκουσε την πολυφωνία των σαλπίγγων και είδε πλήθος φώτων που εξέπεμπαν αγνές και πολύπτυχες ακτίνες. Και στη συνέχεια, αποχωρίστηκε από τους πολλούς και μαζί με τους εκλεκτούςιερείς έφθασε στην ψηλότερη κορφή των θείων αναβάσεων. Κι όμως, παρ’ όλα αυτά, δεν συνάντησε το Θεό, ούτε Τον είδε (αφού Εκείνος είναι αθέατος) παρά είδε μόνο τον τόπο όπου Εκείνος στάθηκε.

Κι αυτό νομίζω σημαίνει πως ακόμα και τα πιο θεϊκά και ανώτερα από όσα μπορούν να ιδωθούν και να νοηθούν, δεν είναι παρά μερικά υποθετικά λόγια από εκείνα που αποδίδονται στον Υπερέχοντα όλων, μέσω των οποίων δείχνεται η πάνω από κάθε κατανόηση παρουσία Του, η οποία στέκει επί των νοερών κορυφών των ιερών τόπων Του. Και τότε (ο Μωϋσής) λυτρώθηκε και από τα ορατά πράγματα και από αυτούς που βλέπουν, κι έφτασε στον όντως μυστικό γνόφο της αγνωσίας, όπου απέβαλε κάθε διανοητική γνώση και ενώθηκε με το εντελώς ανέγγιχτο και αόρατο. Με Αυτόν που βρίσκεται επέκεινα των πάντων.Κι αδειάζοντας έτσι από κάθε γνώση, συνδέθηκε μέσω του καλύτερου μέρουςτου εαυτού του, όχι με κάποιο πλάσμα, ούτε με τον εαυτό του, ούτε με κάποιον άλλο,αλλά με το παντελώς Άγνωστο. Και με το να μη γνωρίζει τίποτε, πέρα από το νού γνώρισε.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β ́ ΠΩΣ ΔΕΙ ΕΝΟΥΣΘΑΙ ΚΑΙ ΥΜΝΟΥΣ ΑΝΑΤΙΘΕΝΑΙ ΤΩ ΠΑΝΤΩΝ ΑΙΤΙΩ ΚΑΙ ΥΠΕΡ ΠΑΝΤΑ

[Πώς πρέπει να ενωνόμαστε και να αναπέμπουμε ύμνους στον υπεράνω όλων Αίτιο των πάντων]

Σ’ αυτόν τον πέρα απ’ το Φως γνόφο ευχόμαστε κι εμείς να φθάσωμε.Ώστε δίχως να βλέπουμε και δίχως να γνωρίζουμε, να δούμε και να γνωρίσουμε Αυτόν που βρίσκεται πέρα από την όραση και πέρα από τη γνώση, ακριβώς με το ναμην βλέπουμε και να μην γνωρίζουμε. Διότι αυτό ακριβώς σημαίνει όραση και γνώση. Και αφαιρώντας όλα όσα υπάρχουν να υμνήσωμε με υπερούσιο τρόπο Αυτόν που βρίσκεται πέρα και πάνω από κάθε ουσία, όπως ακριβώς κάνουν εκείνοι πουκατασκευάζουν ένα αμιγές άγαλμα: Αφαιρούν ό,τι εμποδίζει να φανεί καθαρά η κρυμμένη μορφή του και με μόνητην αφαίρεση αυτή φανερώνουν αυτό καθ’ εαυτό το κρυμμένο κάλλος.Γιατί νομίζω ότι είναι αναγκαίο να εξυμνούμε τις αφαιρέσεις κατά τρόποαντίστροφο προς τις αποδόσεις. Γιατί εκείνες μεν (τις αποδόσεις), τις θέταμε ξεκινώντας από τα υψηλότερα, και κατερχόμενοι από τα ενδιάμεσα οδεύαμε προς τα κατώτερα. Ενώ εδώ, αφαιρούμε τα πάντα, ανερχόμενοι από τα κατώτερα προς τα ανώτερα, ώστε να γνωρίσουμε χωρίς περικάλυμμα αυτό που δεν γνωρίζεται το οποίοκαλύπτεται από το πλήθος των γνώσεων που βρίσκονται μέσα σε όλα όσα υπάρχουν. Και να αντικρύσουμε τον πέρα από κάθε ουσία γνόφο που κρύβεται από όλο τοφως το οποίο ενυπάρχει σε όλα όσα υπάρχουν.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ ́ΤΙΝΕΣ ΑΙ ΚΑΤΑΦΑΤΙΚΑΙ ΘΕΟΛΟΓΙΑΙ, ΤΙΝΕΣ ΑΙ ΑΠΟΦΑΤΙΚΑΙ

[Ποιές είναι οι καταφατικές και ποιές οι αποφατικές θεολογίες]

Στις Θεολογικές Υποτυπώσεις εξυμνήσαμε τα κυριότερα σημεία της καταφατικής θεολογίας. Δηλαδή: πώς η θεία και εξαίσια φύση αποκαλείται Ενική και πώς Τριαδική, τί σημαίνει σύμφωνα με αυτήν παρότητα και τι υιότητα, τί θέλει να δηλώσει η θεολογία του Πνεύματος. Πώς από τα βάθη του άϋλου και αδιαίρετου Αγαθού βλάστησαν τα απόκρυφα της αγαθότητας φώτα και πώς συνυπάρχοντας συναρχικά και αδιαίρετα στον Πατέρα και στα άλλα Πρόσωπα καθαυτά και στη μεταξύ τους σχέση, παραμένουν παντοτινάαχώριστα και αμετάβλητα. Πώς ο Ιησούς ενώ βρίσκεται υπεράνω κάθε ουσίας, μπορεί πράγματι να έχει την ουσία της αληθινής ανθρώπινης φύσης. Αυτά, και όσα άλλα φανερώνονται από τις Γραφές, εξυμνούνται στις Θεολογικές Υποτυπώσεις. Στο Περί θείων ονομάτων είπαμε πώς μπορεί να λέγεται αγαθός, υπάρχων, ζωή και σοφία και δύναμη και όσα άλλα ανήκουν στη νοητή τάξη των θείων ονομάτων.Στη Συμβολική Θεολογία είπαμε ποιες είναι οι ονομασίες των αισθητών που αποδίδονται μεταφορικά στα θεία, ποιες είναι οι θείες μορφές, ποια είναι τα θεία σχήματα και μέρη και όργανα, ποιοι οι θείοι τόποι και κόσμοι, ποιοι οι θυμοί, ποιες οι λύπες και η οργή, η μέθη και η κραιπάλη, οι όρκοι και οι κατάρες, ποιοι οι ύπνοι και ποιες οι εγρηγόρσεις και όσα άλλα αναφέρονται στους συμβολικούς και ιερόπλαστους θείους τύπους.Και νομίζω πως κι εσύ αντιλήφθηκες ότι είναι πιο μακροσκελής η ανάλυση των τελευταίων σε σχέση με τα πρώτα. Γιατί ήταν πράγματι αναγκαίο οι Θεολογικές Υποτυπώσεις και η ανάπτυξη των Θείων Ονομάτων να είναι συντομότερες από τη Συμβολική θεολογία. Κι αυτό γιατί όσο ανεβαίνουμε προς το υψηλότερο, τόσο περιστέλλονται οι λόγοι που συνοψίζουν τα νοητά.Και καθώς τώρα εισδύουμε στον γνόφο εκείνον που υπερβαίνει κάθε νόηση, θα συναντήσουμε όχι απλώς συντομία του λόγου, αλλά παντελή απουσία λόγου και νου. Και ενώ σε εκείνα τα έργα, ο λόγος όσο κατερχόταν από τα υψηλά προς ταχαμηλότερα τόσο και διευρυνόταν με ανάλογο προς το βαθμό της καθόδου πλήθος εκφράσεων, τώρα (σε αυτό το έργο), καθώς ο λόγος από τα χαμηλότερα ανέρχεται προς το ευρισκόμενο ψηλότερα, συστέλλεται κατά το μέτρο της ανόδου και με την ολοκλήρωσή του θα γίνει εντελώς άφωνος και ολόκληρος θα ενωθεί με το Άφθεγκτο. Γιατί όμως, θα ρωτήσεις, λέμε γενικά ότι τις καταφάσεις για το θείο τις θέτουμε αρχίζοντας από το ανώτερο, ενώ τις αφαιρέσεις τις αρχίζουμε από το κατώτερο; Επειδή προκειμένου να ορίσουμε Εκείνο που βρίσκεται πέρα από κάθε ορισμό, είναι αναγκαίο να θέσουμε έναν υποθετικό ορισμό, μιλώντας για ό,τι συγγενεύει περισσότερο με Αυτό. Ενώ για να ορίσουμε αφαιρετικά Εκείνο που ξεπερνά κάθε αφαίρεση, πρέπει να αρχίσουμε να αφαιρούμε όσα είναι περισσότερο αντίθετα με Αυτό. Δεν είναι, για παράδειγμα, περισσότερο ζωή και αγαθότητα απ’ ό,τι αέρας και λίθος; Και δεν λέμε περισσότερο ότι είναι μακρύτερα από κάθε κραιπάλη και οργή, παρά ότι δεν μπορεί να λεχθεί ή να νοηθεί;

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ ́ΟΤΙ ΟΥΔΕΝ ΤΩΝ ΑΙΣΘΗΤΩΝ Ο ΠΑΝΤΟΣ ΑΙΣΘΗΤΟΥ ΚΑΘ’ ΥΠΕΡΟΧΗΝ ΑΙΤΙΟΣ

[Για το ότι δεν συγκαταλέγεται ανάμεσα στα αισθητά ο καθ’ υπεροχήν Αίτιος παντός αισθητού]

Λέμε, επομένως, ότι η Αιτία των πάντων, που όλα τα υπερβαίνει, ούτε χωρίς ουσία είναι, ούτε χωρίς ζωή, ούτε χωρίς λόγο, ούτε χωρίς νου.Δεν είναι ούτε σώμα, ούτε έχει σχήμα, ούτε είδος, ούτε ποιότητα ή ποσότητα, ή όγκο. Ούτε βρίσκεται σε ορισμένο τόπο, ούτε είναι ορατή, ούτε μπορεί να τηνπλησιάσει κανείς με τις αισθήσεις.Ούτε αισθάνεται, ούτε γίνεται αισθητή.Ούτε συγχύζεται, ούτε ταράζεται ενοχλούμενη από υλικά πάθη.Ούτε είναι αδύναμη υποκείμενη στα συμπτώματα των αισθητών πραγμάτων,ούτε έχει ανάγκη φωτός. Ούτε αλλοιώνεται, ή φθείρεται, ή διαιρείται, ή στερείται, ή ρέει. Και ούτε είναι, ούτε έχει τίποτε άλλο από όσα γίνονται αντιληπτά με τις αισθήσεις.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ε ́ΟΤΙ ΟΥΔΕΝ ΤΩΝ ΝΟΗΤΩΝ Ο ΠΑΝΤΟΣ ΝΟΗΤΟΥ ΚΑΘ’ ΥΠΕΡΟΧΗΝ ΑΙΤΙΟΣ

[Για το ότι δεν συγκαταλέγεται ανάμεσα στα νοητά ο καθ’ υπεροχήν Αίτιος παντός νοητού]

Πηγαίνοντας ακόμη ψηλότερα λέμε πως ούτε ψυχή είναι, ούτε νους. Ούτε έχει φαντασία, ή γνώμη, ή λόγο, ή νόηση. Ούτε είναι λόγος, ούτε νόηση.Ούτε λέγεται, ούτε νοείται. Ούτε είναι αριθμός, ούτε τάξη, ούτε μέγεθος.Ούτε μικρότητα, ούτε ισότητα, ούτε ανισότητα, ούτε ομοιότητα, ούτε ανομοιότητα. Ούτε στέκεται, ούτε κινείται, ούτε ησυχάζει. Ούτε έχει δύναμη, ούτε είναι δύναμη, ούτε και φως. Ούτε ζει, ούτε είναι ζωή. Ούτε είναι ουσία, ούτε αιωνιότητα, ούτε χρόνος. Ούτε είναι δυνατό με τη νόηση να γνωσθεί το άγγιγμά Του.Ούτε είναι επιστήμη, ούτε είναι αλήθεια, ούτε βασιλεία, ούτε σοφία.Ούτε είναι ένα, ούτε είναι ενότητα, ούτε θεότητα ή αγαθότητα.Ούτε είναι πνεύμα, όπως εμείς το εννοούμε, ούτε υιότητα, ούτε πατρότητα, ούτε τίποτε άλλο απ’ όσα αναγνωρίζουμε σε εμάς ή σε άλλα πλάσματα.Ούτε είναι ένα από τα μη όντα, ούτε από τα όντα.Ούτε τα όντα Τον γνωρίζουν όπως πραγματικά είναι, ούτε Αυτός γνωρίζει τα όντα καθ’ εαυτά. Ούτε υπάρχει λόγος γι’ αυτόν, ούτε όνομα ούτε γνώση. Ούτε είναι σκοτάδι, ούτε φώς, ούτε πλάνη, ούτε αλήθεια.Ούτε υπάρχει κάποια πλήρης κατάφαση ή αφαίρεση που μπορεί να γίνει ωςπρος Αυτόν. Αλλά και όταν ορίζουμε με κατάφαση ή αφαίρεση τα πράγματα που Τον ακολουθούν, σ’ Αυτόν ούτε προσθέτουμε, ούτε αφαιρούμε τίποτε. Κι αυτό γιατί η τέλεια και ενιαία Αιτία των πάντων είναι υπεράνω κάθεορισμού και η υπεροχή Εκείνου που είναι ελεύθερος από τα πάντα, και ευρίσκεται επέκεινα των πάντων, είναι υπεράνω από κάθε αφαίρεση. Ο θείος γνόφος Είναι το απρόσιτο φώς, μέσα Στο οποίο κατοικεί Εκείνος που αποκαλείται Θεός. Και μέσα σ’ αυτόν το γνόφο, που είναι αόρατος εξαιτίας της Υπέρλαμπρης φωτεινότητας και απρόσιτος εξαιτίας του πλεονάσματος της Υπερούσιας φωτοχυσίας, μέσα σ’ αυτόν εισέρχεται καθένας που αξιώνεται να Γνωρίσει και να δει το Θεό, ακριβώς δίχως όραση και δίχως γνώση, μπαίνοντας Πραγματικά στην περιοχή που είναι υπεράνω όρασης και γνώσης, γνωρίζοντας τούτο ακριβώς: Ότι έχει ξεπεράσει ο ίδιος κάθε αισθητό και κάθε νοητό. Τότε θα πεί όπως ο προφήτης: «Είναι θαυμαστή η γνώση σου από μένα. Είναι τόσο δυνατή που οι δυνάμεις μου δεν φτάνουν γι’ αυτήν». Έτσι λέγεται ότι και ο θεϊκός Παύλος κατανόησε Το Θεό, γνωρίζοντας Τον δηλαδή πέρα από κάθε νόηση και γνώση. Γι’αυτό Και λέει ότι είναι ανεξιχνίαστοι οι Δρόμοι Του και ανεξερεύνητες οι Κρίσεις Του και πέρα από κάθε διήγηση οι Δωρεές Του, και ότι η Ειρήνη Του ξεπερνά κάθε νού, καθώς είχε ανακαλύψει ότι Εκείνος που βρίσκεται πάνω από τα πάντα -κι αυτό το είχε εννοήσει πέρα από τη νόηση- είναι επέκεινα πάντων όντας των πάντων Αίτιος.