Λόγοι Αγίων Πατέρων εις την Γέννησιν του Κυρίου Ιησού Χριστού

Αγίου Αθανασίου του Μεγάλου “Λόγος εις την Γέννησιν του Κυρίου”

«Βλέπω ένα παράδοξο μυστήριο, δηλαδή αντί για τον ήλιο βλέπω τον ήλιο τής δικαιοσύνης με απερίγραπτο τρόπο να έχει χωρέσει στην Παρθένο...»

Μη ρωτάς πώς έγινε αυτό, «αφού όπου θέλει ο Θεός υποχωρεί η τάξη τής φύσης». Γιατί θέλησε ο Θεός, μπόρεσε, κατέβηκε από τον ουρανό, μάς έσωσε. Όλα ας συντρέχουν. Ο Θεός που υπάρχει τώρα και που προϋπήρχε, σήμερα γίνεται όπως δεν ήταν. Γιατί, ενώ είναι Θεός, γίνεται άνθρωπος, χωρίς να παύει να είναι Θεός.

Ούτε πάλι έγινε άνθρωπος χάνοντας τη θεότητα, ούτε όμως έγινε προοδευτικά Θεός ξεκινώντας από άνθρωπος, αλλά όντας ο Λόγος, γι’ αυτό έγινε αναμάρτητος άνθρωπος με αμετάβλητη τη Θεία του φύση. Αφού είχε μια παράδοξη και τέλεια πορεία, γεννήθηκε από μια άσπορη κοιλιά, ούτε άφησε τους αγγέλους του μόνους χωρίς να τους επιβλέπει, ούτε έχασε τη θεότητά του με το να γίνει άνθρωπος και να έλθει κοντά μας. Όμως ήλθαν βασιλιάδες για να προσκυνήσουν τον επουράνιο βασιλιά, αυτόν που γεννήθηκε με άρρητο τρόπο από τον Πατέρα και που σήμερα γεννιέται από την Παρθένο για μένα. Τότε βέβαια γεννήθηκε σύμφωνα με τη Θεία φύση, σήμερα όμως με την ανθρώπινη φύση.

Γεννήθηκε προ αιώνων από τον Πατέρα με τρόπο που ο ίδιος ο Πατέρας γνωρίζει, σήμερα γεννήθηκε από την Παρθένο με υπερφυσικό τρόπο, όπως η χάρη τού Αγίου Πνεύματος γνωρίζει. Ο Παλαιός των ημερών, δηλαδή ο προαιώνιος Θεός, έγινε παιδί. Αυτός που κάθεται σε υψηλό θρόνο, τοποθετείται σε φάτνη. Ο άυλος και ασώματος από ανθρώπινα χέρια σπαργανώνεται. Αυτός που σπάει τα δεσμά τής αμαρτίας, τυλίγεται σε σπάργανα, επειδή αυτό επιθυμεί.

Ποιόν γέννησε η Παρθένος; Τον Δεσπότη τής φύσης. Ακόμη κι αν εσύ σιωπήσεις, το βροντοφωνάζει η φύση. Γιατί η παρθένος Μαρία γέννησε, όπως θέλησε να γεννηθεί αυτός που γεννήθηκε. Δεν γεννήθηκε με αντίθετο τρόπο από τον φυσικό, αλλά σαν Δεσπότης εισήγαγε πρωτόγνωρο τρόπο γεννήσεως. Όμως παρόλο που έγινε άνθρωπος, δεν γεννήθηκε όπως γεννιέται ο άνθρωπος. Γιατί αν προερχόταν από συνηθισμένο γάμο, −όπως παραδείγματος χάριν προήλθα εγώ−, από τους περισσότερους ανθρώπους θα εθεωρείτο ψεύτικος. Τώρα όμως αυτός που γεννιέται, γι’ αυτό γεννιέται από την Παρθένο, δηλαδή και τη μητέρα στο εξής την διασώζει και την παρθενία της την φυλάγει ακέραιη, ώστε ο παράδοξος τρόπος τής κυήσεως να γίνει για μένα πρόξενος μεγάλης πίστης. Γι’ αυτό αν ίσως με ρωτήσει ένας ειδωλολάτρης ή ένας Ιουδαίος αν ο Χριστός φυσιολογικά έγινε άνθρωπος ή με διαφορετικό τρόπο από τη φύση του, θα φέρω μάρτυρα στον λόγο μου την άσπιλη σφραγίδα τής παρθενίας, γιατί έτσι ο Θεός υπερβαίνει τη φυσική τάξη.

Και αν θέλεις, ρώτησε τον μακάριο ευαγγελιστή Λουκά κι αυτός θα σού απαντήσει για το σχέδιο τής ενσαρκώσεως τού Θεού. Έτσι βέβαια αρχίζει τη διήγησή του: «Κατά τον έκτο μήνα τής εγκυμοσύνης τής Ελισάβετ, ο Θεός έστειλε τον άγγελο Γαβριήλ στην πόλη τής Γαλιλαίας Ναζαρέτ σε μια παρθένο που ήταν αρραβωνιασμένη με κάποιον που τον έλεγαν Ιωσήφ. Την παρθένο την έλεγαν Μαριάμ. Παρουσιάστηκε σ’ αυτήν ο άγγελος και τής είπε: “Χαίρε εσύ προικισμένη με τη χάρη τού Θεού, ο Κύριος είναι μαζί σου. Ευλογημένη απ’ τον Θεό είσαι εσύ, περισσότερο απ’ όλες τις γυναίκες”. Εκείνη μόλις τον είδε, ταράχτηκε με τα λόγια του και προσπαθούσε να εξηγήσει τι σήμαινε ο χαιρετισμός αυτός. Ο άγγελος τής είπε: “Μη φοβάσαι Μαριάμ, ο Θεός σού έδωσε τη χάρη του, και να θα μείνεις έγκυος, θα γεννήσεις γιό και θα τον ονομάσεις Ιησού. Αυτός θα γίνει μέγας και θα ονομαστεί Υιός τού Υψίστου. Σ’ αυτόν θα δώσει ο Κύριος ο Θεός τον θρόνο τού Δαβίδ, τού προπάτορά του. Θα βασιλέψει για πάντα στους απογόνους τού Ιακώβ και η βασιλεία του δεν θα έχει τέλος”. Η Μαριάμ τότε ρώτησε τον άγγελο- “Πώς θα μού συμβεί αυτό, αφού δεν έχω συζυγικές σχέσεις με άνδρα;”. Και ο άγγελος τής απάντησε: “Το Άγιο Πνεύμα θα έλθει επάνω σου και η δύναμη τού Θεού θα σε καλύψει». Και τότε αυτή προβληματίζεται.

Μπήκε μέσα της ο Κύριος άσαρκος και κυοφορήθηκε εννέα μήνες στη μήτρα τής Παρθένου. Μπήκε όπως θέλησε, κυοφορήθηκε όπως ευαρεστήθηκε. Γεννήθηκε όπως θέλησε. Εισήλθε άσαρκος και έγινε άνθρωπος χωρίς να αποχωριστεί από τη θεότητα σύμφωνα με τη Θεία οικονομία. Δεν μιλούμε για δύο γιούς, αλλά εννοούμε έναν και μοναδικό, δηλαδή τον Λόγο τού Θεού και τον Κύριό μας Ιησού Χριστό. Έγινε άνθρωπος και ήταν πραγματικά, όντας σύμφωνα με τη φύση. Έγινε αυτό το όποιο δεν ήταν και παρέμεινε αυτό που ήταν. Γιατί «πριν απ’ όλα υπήρχε ο Λόγος, κι ο Λόγος ήταν με τον Θεό και ήταν Θεός ο Λόγος». Έγινε άνθρωπος χωρίς να χάσει αυτό που ήταν. «Και έστησε τη σκηνή του —δηλαδή έζησε— ανάμεσά μας». Το «έστησε τη σκηνή του ανάμεσά μας» σημαίνει ότι συναναστράφηκε μαζί μας, όπως λέει ο άγιος Ιερεμίας ή μάλλον ο Βαρούχ ο συνεργός του: «Αυτός είναι ο Θεός μας, κανείς άλλος δεν μπορεί να αναμετρηθεί μ’ αυτόν. Αυτός βρήκε και κατέχει όλη την οδό τής σοφίας και την έδωσε αυτήν στον Ιακώβ τον δούλο του και στον Ισραήλ τον αγαπημένο του. Ύστερα απ’ όλα αυτά φανερώθηκε στη γη και συναναστράφηκε με τους ανθρώπους».

Άκουσε λοιπόν και τη φωνή τού Ευαγγελίου, γιατί είναι πολύ δυνατά τα λόγια τού αγγέλου που απηύθυνε στην αγία Παρθένο. Λέει: «Να, θα μείνεις έγκυος και θα γεννήσεις γιό και θα τον ονομάσεις Εμμανουήλ, που σημαίνει: Ο Θεός είναι μαζί μας». Πριν συλληφθεί το παιδί στη μήτρα, ονομάστηκε Θεός με την ονομασία «ο Θεός είναι μαζί μας». Συμφωνούν με τα λόγια τού προφήτη οι εκφράσεις: «Συναναστράφηκε με τους ανθρώπους» και «Έστησε τη σκηνή του ανάμεσά μας». Πριν από τη σύλληψη το παιδί έχει ονομασθεί Θεός. Πώς λοιπόν δεν λέγεται Θεοτόκος η αγία παρθένος Μαρία; Επειδή βέβαια δεν εξηγείται εξ ολοκλήρου με ανθρωπινά κριτήρια αυτό το όνομα, αφού το παιδί που γεννήθηκε ως Θεός δεν κατέλυσε τη φυσική παρθενία τής Παρθένου, αλλά αυτό που γεννήθηκε μ’ αυτόν τον τρόπο από τη Θεοτόκο είναι και Θεός και άνθρωπος. Θεός κατά φύση, άνθρωπος όμως από δική του εκλογή. Έγινε άνθρωπος, είναι όμως και Θεός, δηλαδή έχει ενωμένες τις δύο φύσεις.

Αλλά ίσως πει ένας αντιρρησίας: «Αν η Παρθένος είναι Θεοτόκος, τότε ο Θεός Λόγος αρχίζει να υπάρχει από την Παρθένο». Δεν εννοώ ότι ο Θεός αρχίζει την ύπαρξή του από την αγία Παρθένο, Θεός φυλάξοι! αυτός υπήρχε προ τών αιώνων, αυτός και «τους αιώνες δημιούργησε», αυτός είναι ο δημιουργός όλης τής κτίσης, όπως λέει ο Ευαγγελιστής: «Τα πάντα δι’ αυτού δημιουργήθηκαν κι απ’ όσα έγιναν τίποτα χωρίς αυτόν δεν έγινε».

Αυτός δια τού οποίου δημιουργήθηκε το σύμπαν, εννέα μήνες έμεινε στην κοιλιά χωρίς να αποξενωθεί από τον πατρικό κόλπο. Ενώ βρισκόταν στη μήτρα τής παρθένου, από το πλήθος τών επουρανίων δυνάμεων δοξολογούνταν και προσκυνούνταν. Ενώ βρισκόταν στην κοιλιά τής Παρθένου, γέμιζε τον ουρανό και τη γη, αυτός που κρατά τον ουρανό και τη γη όχι με τη δύναμή του, αλλά μ’ ένα νεύμα του. Αυτός ήταν μέσα στη μήτρα σαν άνθρωπος, ενεργούσε όμως ως Θεός. Δεν βρισκόταν μόνον μέσα στη μήτρα τής Παρθένου αυτός που γεννήθηκε από παρθένο, αλλά εξουσίαζε και κυβερνούσε τα πάντα ως Θεός σύμφωνα με την επίκληση τού ονόματος «Εμμανουήλ», «Ο Θεός είναι μαζί μας». Αν ονομάζεις μόνον παιδί αυτό που γεννήθηκε κι όχι Θεό, άκουσε τι βροντοφώνησε ο μεγάλος κήρυκας Ησαΐας, όταν απευθυνόταν προς την αχάριστη συναγωγή, μάλλον καλύτερα πες απόρριψη, τών Ιουδαίων λέγοντας: «Αυτά θα πραγματοποιηθούν, γιατί θα γεννηθεί για μάς ένα παιδί, θα δοθεί σε μάς ο γιός αυτός, τού οποίου η αρχή και η εξουσία υπάρχει απ’ αρχής επάνω στους ώμους του και θα καλείται το όνομά του αγγελιοφόρος τής μεγάλης βουλής τού Θεού, θαυμαστός σύμβουλος, Θεός ισχυρός, εξουσιαστής, αρχηγός τής ειρήνης, πατέρας τού μέλλοντος αιώνος». Αμήν. Ένα παιδί που γεννήθηκε φυσιολογικά, πότε έγινε Θεός εξουσιαστής, όπως ονομάστηκε αυτό το παιδί «Ο Θεός είναι μαζί μας»;

Αν όμως το παιδί που γεννήθηκε από την Παρθένο είναι Θεός ισχυρός, εξουσιαστής, αρχηγός τής ειρήνης και πατέρας τού μέλλοντος αιώνος, πώς δεν είναι Θεοτόκος η Παρθένος αλλά είναι Θεοδόχος, αφού συνέλαβε και γέννησε και είναι Θεός αυτός που γεννήθηκε; Και πάλι επαναλαμβάνω γι’ αυτόν ότι, όπως θέλησε μπήκε στη μήτρα, όπως ευδόκησε κυοφορήθηκε και όπως θέλησε παρουσιάστηκε αυτός που γεννήθηκε. Γιατί εξετάζεις τη θέλησή του; Γιατί εξετάζεις λεπτομερειακά το θέμα τής ευδοκίας του; Γιατί προσπαθείς να εξιχνιάσεις τη βούλησή του; Άκουσε τα λόγια του Παύλου, μάλλον πληροφορήσου απ’ αυτόν «Ποιος τάχα μπορεί να αντισταθεί στο θέλημά του;». Μάλιστα, άνθρωπέ μου, ποιος είσαι εσύ που ερευνάς και εξιχνιάζεις τη γέννησή του, ενώ ο προφήτης λέει: «Ποιος θα τολμήσει να διηγηθεί τη γενιά του;». Ο προφήτης αποφεύγει να διηγηθεί τη γενιά του και συ άνθρωπε περιεργάζεσαι τη φύση του και πολυπραγμονείς; Ο ευαγγελιστής Λουκάς όταν διηγείται την ανθρώπινη γέννησή του λέει: «Στην περιοχή εκείνη βρίσκονταν βοσκοί, που έμεναν στο ύπαιθρο και φύλαγαν βάρδιες για το κοπάδι τους. Σ’ αυτούς παρουσιάστηκε ένας άγγελος Κυρίου και θεϊκή λαμπρότητα τους περιέβαλε με τη λάμψη της και κατατρόμαξαν. Ο άγγελος τους είπε: Μη τρομάζετε, να, σάς φέρνω χαρμόσυνο άγγελμα, που θα γεμίσει με χαρά μεγάλη όλον τον κόσμο. Γιατί σήμερα στην πόλη τού Δαβίδ γεννήθηκε για χάρη σας Σωτήρας, αυτός είναι ο Χριστός, ο Κύριος». Ο άγγελος, που έφερε το χαρούμενο μήνυμα στους ποιμένες, ονόμασε Χριστό και Κύριο αυτόν που γεννήθηκε από την Παρθένο.

Αν λοιπόν αυτός που γεννήθηκε είναι ο Κύριος, πώς η Παρθένος δεν πρέπει να ονομάζεται Κυριοτόκος; Εγώ ισχυρίζομαι ότι η αγία Παρθένος σύμφωνα με το χαρούμενο μήνυμα τού αγγέλου προς τους ποιμένες και την Παρθένο, πρέπει να ονομάζεται Χριστοτόκος και Κυριοτόκος και Σωτηριοτόκος και Θεοτόκος. Αν οι ίδιοι οι άγγελοι τον ονομάζουν Σωτήρα, Χριστό, Κύριο και Θεό, εμείς γιατί δεν δεχόμαστε τη μαρτυρία τους αυτή; Εισήλθε στην Παρθένο άσαρκος, κυοφορήθηκε σωματικά και όπως εκείνος έκρινε σωστό. Εξήλθε με φυσικό τρόπο, όπως όλοι, από τη μητέρα τού σύμφωνα με το θεϊκό σχέδιο, και δεν ενώθηκε βέβαια ο Θεός Λόγος μετά τη γέννησή του κατά το θεϊκό σχέδιο. Γεννήθηκε χωρίς να αλλοιωθεί η φύση του, αφού έγινε αυτό που δεν ήταν, ενώ συγχρόνως παρέμεινε αυτό που ήταν. Χωρίς να αλλοιωθεί η ουσία του, απαρνήθηκε τη θεϊκή του δόξα, δηλαδή όπως το θέλησε ο ίδιος. Πήρε μορφή δούλου χωρίς να αναγκασθεί από κάποιον άλλο, δεν έχασε τη θεότητά του, όπως λέγει ο μακάριος Παύλος: «Ο Οποίος, αν και ήταν Θεός, δεν θεώρησε την ισότητά του με τον Θεό αποτέλεσμα αρπαγής, αλλά τα απαρνήθηκε όλα και πήρε μορφή δούλου». Άδειασε τον Εαυτό του κι έγινε αυτό που δεν ήταν, και το επαναλαμβάνω, έμεινε αυτός που ήταν, γιατί ήταν αυτός ο Λόγος Θεός. Γεννήθηκε παιδάκι, αλλά δοξάζεται σαν Υιός Θεού. Εισήλθε ασώματος, απέκτησε σώμα, όπως το θέλησε ο ίδιος, και έτσι η ζωή νίκησε τον θάνατο.

Να λες λοιπόν, χριστιανέ μου, Θεοτόκο την Παρθένο και να μην την λες Θεοδόχο, ή μάλλον να την λες Θεοδόχο και Θεοτόκο. Αν είναι Θεοδόχος, είναι και Θεοτόκος, γιατί δεν έλαβε ο Θεός Λόγος απ’ αυτήν σάρκα; Αλλά σ’ αυτό το χωρίο με εξαναγκάζει ο Ευαγγελιστής να το παραδεχτώ, όταν μ’ όλη του τη δύναμη διακηρύττει: «Ο Λόγος έγινε άνθρωπος». Ο άλλος Ευαγγελιστής σημειώνει: «Ρώτησε ο Ιησούς τους μαθητές του: Ποιος λένε οι άνθρωποι πως είναι ο Υιός τού ανθρώπου;”. Απάντησαν οι Απόστολοι λέγοντας: “Άλλοι λένε πως είναι ο Ηλίας, άλλοι ο Ιερεμίας ή ένας από τους προφήτες”. Είπε ο Ιησούς: “Κι εσείς ποιος λέτε πως είμαι;”. Απάντησε ο Πέτρος και είπε: “Συ είσαι ο Χριστός, ο Υιός τού αληθινού Θεού”». Δεν είπε: «Συ είσαι αυτός που έγινε Υιός Θεού με τη χάρη τού Θεού», αλλά είπε: «Συ είσαι ο Χριστός», με ξεκάθαρη φωνή, «ο Υιός τού αληθινού Θεού». Και ο ευαγγελιστής Μάρκος πάλι την ίδια διατύπωση χρησιμοποιεί, αφού μιλά παρόμοια με τον μακάριο Πέτρο: «Αυτή είναι η αρχή τού χαρμόσυνου μηνύματος για τον Ιησού Χριστό, τον Υιό τού Θεού». Στο κατά Ματθαίο Ευαγγέλιο, στην ανάσταση τού Σωτήρα μας Ιησού Χριστού αναφέρεται: «Ο Ρωμαίος εκατόνταρχος και οι στρατιώτες που φύλαγαν μαζί του τον Ιησού, όταν είδαν τον σεισμό και τ’ άλλα συμβάντα, φοβήθηκαν πάρα πολύ και είπαν: “Στ’ αλήθεια αυτός ήταν Υιός Θεού”». Ο άγγελος είπε στους βοσκούς: «Μη τρομάζετε, σάς φέρνω χαρμόσυνο άγγελμα, που θα γεμίσει με χαρά μεγάλη όλον τον κόσμο, γιατί σήμερα στην πόλη τού Δαβίδ γεννήθηκε για χάρη σας σωτήρας, κι αυτός είναι ο Χριστός, ο Κύριος».

Αν λοιπόν το παιδί που γεννήθηκε ονομάζεται Κύριος, και η Παρθένος πρέπει να λέγεται Κυριοτόκος. Όπου βέβαια λέμε Κύριος, εκεί εννοούμε και Θεός, γιατί δεν ξεχωρίζεται το Κύριος από το Θεός ή το Θεός από το Κύριος, όπως λέει η Παλαιά Διαθήκη: «Και έβρεξε φωτιά ο Κύριος από τον Κύριο», και αλλού: «Να αγαπήσεις Κύριο τον Θεό σου», και αλλού: «Άκουσε λαέ τού Ισραήλ, Κύριος ο Θεός σου είναι ένας και μοναδικός Κύριος», και πάλι ο ψαλμωδός προσθέτει: «Κύριε και Θεέ τών ουρανίων και επιγείων δυνάμεων, άκουσε με ευμένεια την προσευχή μου», και πάλι: «Ο Θεός και Κύριός μας εφώτισε με το φως τής Θείας του παρουσίας», και επαναλαμβάνει: «Κύριε και Θεέ τών ουράνιων αγγελικών δυνάμεων, ποιος είναι δυνατόν να συγκριθεί με σένα;». Επίσης ο Παύλος στην επιστολή του προς τον Τίτο γράφει τα εξής: «Γιατί ο Θεός φανέρωσε τη χάρη του, για να σώσει όλους τους ανθρώπους. Αυτή μάς καθοδηγεί να αρνηθούμε την ασέβεια και τις αμαρτωλές επιθυμίες και να ζήσουμε με σωφροσύνη, με δικαιοσύνη και με ευσέβεια στον παρόντα αιώνα, περιμένοντας τη μακαριότητα που ελπίζουμε, δηλαδή την εμφάνιση τής δόξας τού μεγάλου Θεού και Σωτήρα μας, τού Ιησού Χριστού».

Αυτός που γεννήθηκε από την αγία Παρθένο, αυτός είναι ο Χριστός, ο Κύριός μας. Αυτόν τον Χριστό και Κύριο ο μακάριος Παύλος τον ονομάζει μέγα Θεό, όταν λέει: «Τού μεγάλου Θεού και Σωτήρα μας Ιησού Χριστού». Πάλι ο Παύλος γράφει στην προς Ρωμαίους επιστολή του: «Φθάνω στο σημείο να εύχομαι να χωριζόμουν εγώ από τον Χριστό, αρκεί να πήγαιναν κοντά του οι ομοεθνείς αδελφοί μου. Είναι οι απόγονοι τού Ισραήλ, που ο Θεός τους έκανε παιδιά του, τους φανέρωσε τη δόξα του, ανανέωσε επανειλημμένα τη διαθήκη του μ’ αυτούς, τους έδωσε τον νόμο, τη λατρεία και τις υποσχέσεις του. Είναι απόγονοι τών πατριαρχών κι από αυτούς κατάγεται ως άνθρωπος ο Χριστός, ο Θεός, που εξουσιάζει τα πάντα». Και πάλι ο ίδιος Παύλος γράφει: «Κανένας απ’ όσους επιδίδονται στην ακολασία, στην ανηθικότητα, στην πλεονεξία —που είναι ουσιαστικά λατρεία τών ειδώλων— δεν θα έχει μερίδιο στη Βασιλεία τού Χριστού και Θεού».

Ώστε έχει αποδειχθεί πως ο Κύριος είναι Θεός και ο Θεός ότι είναι ο Κύριος. Αν όμως κι αυτά δεν τα παραδέχεσαι, ας σε πείσουν οι δαίμονες μ’ αυτά που φώναζαν στη χώρα τών Γεργεσηνών: «Ε, τι δουλειά έχεις εσύ με μάς, Υιε τού Θεού, ήλθες εδώ πριν την ώρα μας για να μάς βασανίσεις;». Ας σε πείσουν οι δαίμονες. Αν απορρίπτεις τη μαρτυρία τού Πέτρου και αποστρέφεσαι τη φωνή τού Ευαγγελίου, σεβάσου αυτά που γράφει ο Μάρκος. Να φοβηθείς τα λόγια του αγγέλου: «Αυτός, που γεννήθηκε από την Παρθένο, είναι Σωτήρας, Χριστός και Κύριος». Παρόλα αυτά απιστείς; Χαλιναγώγησε την ορμή τής βλασφημίας σου και παραδέξου αυτό που λέει ο άγγελος στο Ευαγγέλιο, «Εμμανουήλ», δηλαδή «Ο Θεός είναι μαζί μας». Πριν από τη σύλληψή του ονομάζεται Θεός· και όταν συλλαμβάνεται αυτός στην κοιλιά τής Παρθένου κατά Θεία οικονομία με υπερφυσικό τρόπο, αρνείσαι ότι είναι αυτός Θεός; Αν όμως παραδέχεσαι ότι είναι Θεός αυτός που βρίσκεται στην κοιλιά τής Παρθένου, ο Οποίος πράγματι είναι, και ότι ενώθηκε αυτός ο Θεός Λόγος με τη σάρκα σύμφωνα με το σχέδιο τού Θεού, γιατί αποφεύγεις την Παρθένο να την ονομάσεις Θεοτόκο; Αν δεν είναι Θεοτόκος, ούτε Παρθένος είναι μετά τη γέννα της. Εγώ όμως ισχυρίζομαι ότι ευρισκόμενος με τη σύλληψη στην παρθενική μήτρα, καθόταν στην πραγματικότητα στους κόλπους τού Πατέρα χωρίς να είναι δυνατό να περιγραφεί. Είναι απλή βέβαια κι όχι πολύπλοκη η Θεία φύση, αλλά δεν είναι δυνατό να περιγραφεί. Είναι αμετάβλητη αυτή η φύση και αναλλοίωτη η ουσία της. Αυτόν που βρίσκεται στους κόλπους τού Πατέρα, αυτόν γέννησε τώρα η Παρθένος, σύμφωνα με το σχέδιο τής Θείας οικονομίας. Όπως θέλησε εισήλθε, όπως ευδόκησε συνελήφθη στην κοιλιά τής Παρθένου και όπως θέλησε γεννήθηκε.

Εσύ, άνθρωπέ μου, γιατί περιεργάζεσαι τη γέννησή του; Ή να τον φοβάσαι ως Θεό ή να τον σέβεσαι ως Δεσπότη ή να τον λατρεύεις ως Κτίστη και Δημιουργό ή να τον τρέμεις ως Κύριο ή να φρίττεις ενώπιόν του ως σε Κριτή. Θα σε κάνουν να συνέλθεις οι δαίμονες, που εδίωξαν τους χοίρους και έπνιξαν το κοπάδι στον βυθό τής λίμνης. Εκείνοι, επειδή κατάλαβαν ότι ήταν ο Δεσπότης, λένε: «Τι δουλειά έχεις εσύ με μάς Υιε τού Θεού, ήλθες πριν την ώρα μας για να μάς βασανίσεις;». Εκείνοι αποφεύγουν τον κίνδυνο και την απειλή τού βασανισμού, ενώ εσύ επισύρεις κατά τού εαυτού σου την καταδίκη σε βασανισμό. Εκείνοι κατάλαβαν ότι αυτός που γεννήθηκε από τη Μαρία είναι ο Κύριος, ο Κριτής τού σύμπαντος, και ενώ τον είδαν πριν από την κρίση τον φοβήθηκαν, και συ, ενώ έχεις μπροστά αυτήν τη μέλλουσα κρίση, την καταφρονείς και δεν σαστίζεις; Και τα επαναλαμβάνω αυτά και δεν θα σταματήσω να τα επαναλαμβάνω, διασαφηνίζοντας σε σάς το θέμα τού λόγου μου για να είναι ξεκάθαρο, ώστε με ασφαλή γνώση να έχετε ασάλευτη πίστη και το θεμέλιο τής πίστης, που είναι η ομολογία, να το κατέχετε σταθερά.

Πάλι θα ασχοληθούμε με το θέμα μας, αποδεικνύοντας τον σωστό και σταθερό δρόμο τής πίστης μας. Γιατί για μένα το να μιλώ «δεν είναι κόπος, ενώ για σάς είναι ασφάλεια». Αυτός ο Θεός μπήκε όπως θέλησε Εκείνος στην Παρθένο δια τής ακοής της, όπως ευδόκησε κυοφορήθηκε, γεννήθηκε όπως θέλησε Εκείνος, εισήλθε ασώματος όπως το θέλησε, κυοφορήθηκε ο αχώρητος σ’ ένα σκεύος με περιορισμένη χωρητικότητα, δηλαδή στη μήτρα τής Παρθένου, σύμφωνα με τη Θεία οικονομία, όπως ευδόκησε ο ίδιος. Γεννήθηκε όπως το θέλησε Θεός και άνθρωπος συγχρόνως. Έγινε αυτό που δεν ήταν προηγουμένως, έχοντας την αναλλοίωτη ουσία αυτού που ήταν προηγουμένως. «Ήταν βέβαια Θεός ο Λόγος και ο Λόγος ήταν με τον Θεό», παρόλο που ο Απόστολος είπε: «Ο Θεός απέστειλε τον Υιό του, που γεννήθηκε από μια γυναίκα». Αυτόν τον Υιό έστειλε ο Θεός που γεννιέται από γυναίκα, αυτόν που γεννήθηκε από αμόλυντη φύση, αυτόν που προήλθε από άφραστη ουσία, αυτόν που δεν αποξενώθηκε από τους πατρικούς κόλπους, αυτόν που δεν εγκατέλειψε τον βασιλικό θρόνο, αλλά που κυρίως αυτός είναι ομόθρονος με τον Πατέρα, αφού μοιράζεται τον ίδιο θρόνο, όχι βέβαια εξαιτίας τής Θείας χάρης, αλλά εξαιτίας τής θεϊκής του φύσης και τής πατρικής ουσίας. Γιατί πες μου, πώς είναι δυνατόν να είναι χωρισμένοι, αφού ο ίδιος λέγει: «Εγώ είμαι αχώριστος από τον Πατέρα, κι ο Πατέρας από μένα», και αλλού: «Και ο Πατέρας μένοντας ενωμένος με μένα, πραγματοποιεί τα έργα του»; Αυτόν που γεννήθηκε από την αγία Παρθένο, αυτόν πριν γεννηθεί ο άγγελος τον ονόμασε Εμμανουήλ, δηλαδή, «Ο Θεός είναι μαζί μας». Αυτόν ανέφερε ο προφήτης Ησαΐας, το παιδί αυτό που θα προέλθει από την Παρθένο, «θα είναι Θεός ισχυρός, εξουσιαστής, αρχηγός τής ειρήνης, πατέρας τού μελλοντικού αιώνα».

Ποιο παιδί που γεννήθηκε με φυσικό τρόπο έγινε Θεός ισχυρός, εξουσιαστής; Ποιο παιδί που γεννήθηκε προσείλκυσε αστέρι που έδειχνε πού βρισκόταν το βρέφος, μάλλον τού Δεσπότη το στενό κατάλυμα; Ποιο παιδί προσκάλεσε Μάγους από την ανατολή να το προσκυνήσουν; Σε ποιο παιδί, που γεννήθηκε με φυσικό τρόπο, πρόσφεραν άλλοτε, δώρα οι Μάγοι; Ας εξετάσουμε τα δώρα, αν προσφέρθηκαν σε αδύναμο άνθρωπο κι όχι σε Θεό, που είναι βασιλιάς και άνθρωπος. Χρυσό ως βασιλιά, λιβάνι ως Θεό και σμύρνα ως άνθρωπο, που πρόκειται να ενταφιαστεί. Χρυσάφι ως βασιλιά: «Θεέ μου, δώσε στον βασιλιά και στον γιό τού βασιλιά τη σύνεση και τη σοφία». Αυτήν την προσφώνηση έκανε ο Δαβίδ. Ύστερα απ’ αυτά ο άγγελος στον χαιρετισμό τής Μαρίας είπε: «Σ’ αυτόν θα δώσει ο Κύριος ο Θεός τον θρόνο τού Δαβίδ, τού προπάτορά του. θα βασιλέψει για πάντα στους απογόνους τού Ιακώβ και η βασιλεία του δεν θα έχει τέλος».

Σ’ Αυτόν ανήκει η δόξα και η δύναμη στους αιώνες τών αιώνων. Αμήν.

 

Αγίου Νικοδήμου του Αγιορείτου “Εις την Γέννησιν του Ιησού Χριστού”

Σκέψου, αγαπητέ μου, ότι όπως είναι συναρμολογημένος απ’ όλα τα κτίσματα αυτός ο αισθητός απέραντος κόσμος, έτσι ακόμη είναι καμωμένος ένας άλλος κόσμος νοητός που αποτελείται από αμαρτωλούς, του οποίου τα στοιχεία είναι οι τρεις διεστραμμένοι έρωτες, που αναφέρει ο Θεολόγος Ιωάννης: δηλ. α) ο έρωτας των ηδονών, β) ο έρωτας του πλούτου και γ) ο έρωτας της δόξας. “Παν εν τω κό­σμω η επιθυμία της σαρκός και η επιθυμία των οφθαλμών και η αλαζονεία του βίου” (Α’ Ιω. 2,16)1.

Αυτός ο πονηρός κόσμος που αντίκειται στο σκοπό του Θεού και εξουσιάζεται από τον εωσφόρο (ο οποίος γι’ αυτό και ονομάζεται κοσμοκράτορας) είναι εκείνος ο μεγάλος εχθρός, τον οποίο ο σαρκωθείς Λόγος του Θεού και Πατρός, αφού γεννήθηκε στη γη, ήρθε για να πολεμήσει πρώτα με το παράδειγμά του το σιωπηλό, και μετά, στον κατάλληλο καιρό, με τον λόγο και τη διδασκαλία του.

1.  Με τη φτώχεια γιατρεύει τον έρωτα του πλούτου

Συλλογίσου λοιπόν πως πρώτα πολεμάει με την φτώχεια του τον άτακτο έρωτα του πλούτου. Ο κοσμικός άνθρωπος νομίζει πως κάθε καλό το βρίσκει στα πρόσκαιρα αγαθά. γι’ αυτό για να τ’ αποτυπώσει ή για να μη τα χάσει ξοδεύει σχεδόν όλο τον καιρό, που του έδωσε όμως ο Θεός για να κερδίσει τα αιώνια αγαθά.

Και ιδού που ο προαιώνιος Λόγος και Υιός του Θεού και Πατρός κατεβαίνει από τον ουρανό για να μας λυτρώσει απ’ αυτή την πλάνη και να ξερριζώσει από τις καρδιές μας την καταραμένη ρίζα όλων των κακών, την φιλαργυρία, όπως την χαρακτηρίζει ο Απόστολος Παύλος. “Ρίζα πάντων των κακών εστίν η φιλαργυρία” (Α’ Τιμ. 6,16). Πρόσεξε όμως σε τί είδους ταλαιπωρία κατάντησε από αγάπη για μας Εκείνος που διαμοιράζει τα πλούτη και τους θησαυρούς στην παρούσα και στη μέλλουσα ζωή. “εμόν γαρ, το αργύριον και εμόν το χρυσίον, λέγει Κύριος Παντοκράτωρ” (Αγγ. 2,8). Στοχάσου πού είναι το παλάτι που γεννήθηκε; Πού είναι οι προετοιμασίες; Πού οι μαίες; Πού το βασιλικό στρώμα; Πού τα βρεφικά λουσίματα; Πού είναι η ακολουθία των δούλων; Πού η θαλπωρή και η ανάπαυση; Πού είναι η συμπαράσταση των συγγενών και φίλων; Έλα μέσα και δες το φτωχότατο σπήλαιο όπου γεννήθηκε και την ευτελέστατη φάτνη όπου “ανεκλίθη”. Σίγουρα όχι μόνο δεν θα βρεις κανένα περιττό, αλλά αντίθετα θα διαπιστώσεις μεγάλη έλλειψη απ’ όλα τα αναγκαία. γιατί ο γλυκύτατός μου Ιησούς γεννιέται σε τόπο σχεδόν ξέσκεπο, τα μεσάνυχτα στην καρδιά του χειμώνα, μόνος με μόνη την μητέρα του και τον θεωρούμενο πατέρα του, χωρίς σκεπάσματα, χωρίς ζεστά φαγητά που συνηθίζονται στις γεννήσεις και των πιο φτωχών παιδιών χωρίς τις ελάχιστες εκείνες ανέσεις του φτωχικού σπιτιού που είχε στη Ναζαρέτ. Και το πιο σημαντικό είναι ότι, εκτός από αυτή τη φτώχεια που προτίμησε ο Ιησούς εκουσίως, θέλησε ακόμη και άλλη περισσότερη πτωχεία σχεδόν βίαιη και αφύσικη: παραγγέλλει εκεί στο σπήλαιο να μη του γίνει καμιά υποδοχή και φιλοξενία από κανένα άνθρωπο. ήθελε να διαφέρει από τους συμπατριώτες του που ανέβηκαν στην Βηθλεέμ για απογραφή. όλοι αυτοί είχαν πολλές προμήθειες μαζί τους και ξεκουράζονταν φιλοξενούμενοι μέσα στα σπίτια και στα πανδοχεία. “ουκ ην αυτοίς τόπος εν τω καταλύματι” (Λουκ. 2,7). Αλλά επειδή ο κόσμος, όχι μόνο βδελύσσεται την φτώχεια και την θεωρεί μεγάλη ντροπή, παρακινώντας ακόμη τους φτωχούς να υποκρίνονται και να παριστάνουν τους πλουσίους, γι’ αυτό ακριβώς ο Ιησούς Χριστός δεν νοιώθει ντροπή για την φτώχεια του, αντίθετα κάνει επίδειξη της φτώχειας του. και από μεν τους ουρανούς φωνάζει τους Αγγέλους, από τους αγρούς δε και τα χωράφια καλεί τους ποιμένες για να τον προσκυνήσουν, όταν γεννήθηκε σε κείνη την κατάσταση της ένδειας και της εγκατάλειψης, σε κείνο το θρόνο μιας ευτελέστατης φάτνης και σε κείνη την αυλή ενός πενιχρότατου σπηλαίου! “ω πτώχεια υπέρπλουτος! ω συγκατάβασις υπερύψιστος!”

Τώρα εσύ που μελετάς αυτές τις αλήθειες, τί έχεις να πεις; Ποιος από αυτούς τους δύο νομίζεις πως δικαιούται να σε νικά και να σε κυριεύει; Ο κόσμος ή ο Χριστός που νίκησε τον κόσμο; Ο κόσμος σε προτρέπει να ζητάς πρώτα τα επίγεια αγαθά και να τα θεωρείς μεγάλη ευτυχία. Ο Χριστός πάλι σε συμβουλεύει με το παράδειγμά του και την διδασκαλία του να ζητείς πρωτίστως την Βασιλεία του Θεού και να καταφρονείς όλα τα καλά της γης σαν ένα πηλό.“Ζητείτε πρώτον την Βασιλείαν του Θεού και την δικαιοσύνην αυτού” (Ματθ. 6,33). Ακόμη σου ζητά να στερείσαι τα γήινα αγαθά ή μερικά απ’ αυτά δίνοντάς τα ελεημοσύνη στους φτωχούς ή ακόμη αποτασσόμενος τα πάντα για την καλογερική ζωή και εξαγοράζοντας ένα θησαυρό στον παράδεισο. “Πώλησόν σου τα υπάρχοντα και δος πτωχοίς και έξεις θησαυρόν εν ουρανώ και δεύρο ακολουθεί μοι” (Ματθ. 19, 21). Και πάλι· “πας εξ υμών, ος ουκ αποτάσσεται πάσι τοις εαυτού υπάρχουσιν, ου δύναται είναι μου μαθητής” (Λουκ. 14, 33).

Λοιπόν εσύ, και σαν μαθητής του Χριστού και σαν φρόνιμος και στοχαστικός άνθρωπος, πρέπει ν’ αποφασίσεις να ακούσεις και να κάνεις πράξη εκείνο που σου λέγει ο Χριστός και όχι ό,τι σου επιβάλλει ο κόσμος. Γιατί δεν θα σωθούν αυτοί που ακούουν μόνο τον νόμο του Θεού, αλλ’ αυτοί που τον εφαρμόζουν στην πράξη. (Ρωμ. 2, 13).

Είναι αλήθεια πως δεν είσαι υποχρεωμένος, αν είσαι λαϊκός, να είσαι ακτήμων και πάμπτωχος. είσαι όμως υποχρεωμένος να εκτιμάς τόσο λίγο τα πλούτη και τα χρήματα, ώστε για όλα αυτά ποτέ να μην παρακινηθείς να παραβείς ούτε μία εντολή του Θεού. τόσο δε να είναι αποκολλημένη η καρδιά σου απ’ αυτά, ώστε να τα αποκτάς και να τα έχεις με τόση απροσπάθεια σαν να μη τα έχεις και να μη τα ξοδεύεις στα μάταια και περιττά και πάνω από όσα χρειάζεσαι πράγματα καθώς λέγει ο Παύλος. “Ο καιρός συνεσταλμένος το λοιπόν εστίν … ίνα ώσιν οι χρώμενοι τω κόσμω τούτω ως μη καταχρώμενοι. παράγει γαρ το σχήμα του κόσμου τούτου” (Α’ Κορ. 7, 29, 31).

Άλλα γι’ αυτό το θέμα να συζητήσεις με το Πανάγιο βρέφος, τον Ιησού, και να νοιώσεις ντροπή μπροστά του, που ως τώρα είχες σε τόση υπόληψη και αγάπη εκείνα τα πλούτη που το Θείον Βρέφος τόσο καταφρονεί κι’ ακόμη πως ένοιωθες τόσο μίσος και καταφρόνηση για την πτωχεία εκείνη και την ευτέλεια που αυτό τόσο αγαπά. Ζήτησέ Του αμέσως συγχώρεση για όλα τα κακά που έκανες για ν’ αποκτήσεις πλούτο κι’ επίγεια αγαθά ή για να τα χρησιμοποιήσεις παρακάλεσέ Τον να σου δώσει χάρη. γιατί, όπως ο Ίδιος από πλούσιος έγινε φτωχός από αγάπη για σένα, έτσι και συ να γίνεις φτωχός για την αγάπη Του, για να πλουτήσεις από τη Θεότητά Του. “Γινώσκετε γαρ την χάριν του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, ότι δι’ υμάς επτώχευσε πλούσιος ων, ίνα υμείς τη εκείνου πτωχεία πλουτήσητε” (Β’ Κορ. 2,9). Ακόμη να τον παρακαλέσεις να μη σ’ αφήσει ξανά να πλανηθείς από τον κόσμο. αλλά όταν έχεις τα υπάρχοντά σου ή όταν τα στερείσαι για την αγάπη του Κυρίου, να μη τα μεταχειρίζεσαι για άλλο σκοπό, παρά μόνον και μόνο για να εξαγοράσεις με αυτά την αιώνια ευδαιμονία, καθώς είναι γραμμένο. “Λύτρον ανδρός ψυχής ο ίδιος πλούτος” (Παροιμ. 13, 8).

2. Γιάτρεψε τον έρωτα των ηδονών

Συλλογίσου αδελφέ, ότι ο Χριστός με τη γέννησή του ήρθε να πολεμήσει τον άτακτο έρωτα των ηδονών με τις οδύνες και τους πόνους που δοκίμασε. ο σαρκικός άνθρωπος πιστεύει πως η μόνη απόλαυση είναι εκείνη των αισθήσεων γι’ αυτό δεν κυριαρχεί πάνω σ‘ αυτές, όπως ταιριάζει σε λογικό ον, αλλά αφήνει τον εαυτό του να συμπεριφέρεται όπως ένα άλογο ζώο και να παρασύρεται από τις αισθήσεις του: τρέχει αχαλίνωτα για να χαίρεται και ν’ απολαμβάνει όλες τις παρανομίες. επιζητεί την ηδονή σαν σκοπό και την θεωρεί έντιμη, αν και τη βρίσκει μέσα στις μεγαλύτερες ατιμίες και βρωμιές. Ο Υιός του Θεού από συμπόνια για την τύφλωση αυτή του ανθρώπου ήρθε για να τον γιατρεύσει από ένα τέτοιο μεγάλο σφάλμα.

Γι’ αυτό, ενώ μπορούσε να γεννηθεί μ’ ένα σώμα σκληραγωγημένο ωρίμου ανδρός, θέλησε να γεννηθεί μ’ ένα απαλό σώμα βρέφους για να αισθανθεί την οδύνη (της τρυφερής σάρκας) και ακολούθως για να υποφέρει περισσότερο. Και ύστερα από την βασανιστική φυλακή που υπέφερε μέσα στην κοιλιά της Παρθένου, θέλησε να υποφέρει κι’ όλα τα βάσανα και τις δοκιμασίες της νηπιακής ηλικίας, σα να εστερείτο την χρήση του λογικού.

Εξ αρχής έπρεπε ο Ιησούς να λάβει ένα σώμα, όχι μόνο τελειότερο από το σώμα του Αδάμ, αλλά ένα σώμα απαθές, ανώδυνο, μακάριο και άξιο κατοικητήριο της πα­ρομοίας μακαρίας ψυχής Του2. Παρ’ όλα αυτά στη θέση εκείνου παίρνει ένα σώμα πολύ απαλό, πολύ λεπτό και τρυφερώτατο, κατάλληλο να αντιλαμβάνεται διά των αισθήσεων κάθε ταλαιπωρία και καμωμένο έτσι ώστε να μπορεί να δέχεται απ’ όλες τις αισθήσεις όλους τους πόνους, όπως το πέλαγος δέχεται όλους τους ποταμούς. Γι’ αυτό ακριβώς το λόγο παρομοιάζει τον εαυτό του με το σκουλήκι, όχι μόνο γιατί γεννήθηκε χωρίς σπέρμα (όπως γεννιούνται τα σκουλήκια), αλλά και γιατί η σάρκα του είχε την αίσθηση και την τρυφερότητα των σκουληκιών “εγώ δε ειμί σκώληξ και ουκ άνθρωπος” (Ψαλμ. 21, 6).

Εξ αιτίας αυτής της απαλότητος μόλις γεννήθηκε δέχτηκε με την αφή την προσβολή του ψυχρού αέρος και της υγρασίας του σπηλαίου. με τη φωνή κλαίει. με την όσφρηση αισθάνεται την έντονη κακοσμία της φάτνης και των ζώων. με την όραση βλέπει μία σκοτεινή και άχαρη σπηλιά. και με την ακοή δεν ακούει άλλο από τις τραχιές φωνές των αγρίων ζώων. Και για να συνοψίσουμε μόλις γεννήθηκε ο Ιησούς, αφιερώνει την αρχή της ζωής του σε ένα χώρο υπερβολικά στενό και σε μια έλλειψη όλων των αναπαύσεων και σε κάθε είδος οδύνης και βασάνων που μπορούσε να δεχθεί η τρυφερή εκείνη ηλικία του. Ω! αφήστε με να πάω κοντά στη φάτνη και να πω στον Ιησού. “τί είναι αυτή η άκρα συγκατάβασίς σου, γλυκύτατε μου Ιησού; Εσύ είσαι εκείνος ο επιθυμητός Μεσσίας από όλα τα έθνη και ευθύς να γεννηθής με τοιαύτα βάσανα;” Ναι, μου αποκρίνεται. αυτό ήταν από την αρχή το θέλημα του Ουρανίου Πατρός μου. να καταργηθεί η ηδονή με την οδύνη. αυτό το πατρικό θέλημα ήρθα να εκπληρώσω ευθύς μόλις γεννήθηκα στον κόσμο, καθώς εκ μέρους μου προείπε ο Δαβίδ και με τον Δαβίδ ο Απόστολος. “Διό εισερχόμενος εις τον κόσμον ‘θυσίαν και προσφοράν ουκ ηθέλησας, σώμα δε κατηρτίσω μοι’ τότε είπον. ιδού ήκω του ποιήσαι ο Θεός το θέλημά σου” (Εβρ. 10, 5, 7), (Ψαλμ. 39, 7 . 8).

Εδώ τώρα, εσύ αγαπητέ, να γίνεις κριτής ανάμεσα στο Χριστό και στον κόσμο και να αποφασίσεις ποιος θα σ’ εξουσιάζει, ο Χριστός ή ο κόσμος; Ποιον πρέπει ν’ ακολουθείς, εκείνον που θέλει τη σωτηρία σου με την οδύνη, ή εκείνον που ζητεί την απώλειά σου με την ηδονή; Είναι φανερόν ότι το πρώτο. “εις τούτο γαρ εκλήθητε, ότι και Χριστός έπαθεν υπέρ ημών, υμίν υπολιμπάνων υπογραμμόν, ίνα επακολουθήσητε τοις ίχνεσιν αυτού” (Α’ Πέτρ. 2, 21). Όμως ο κόσμος είναι τόσο τυφλός, που όχι μόνο δεν γνωρίζει την αλήθεια, αλλά ούτε μπορεί να την γνωρίσει, καθώς λέγει η ίδια η αυτοαλήθεια. “και εγώ ερωτήσω τον πατέρα και άλλον παράκλητον δώσει υμίν, ίνα μένη μεθ’ υμών εις τον αιώνα, το Πνεύμα της αληθείας, ό ο κόσμος ου δύναται λαβείν, ότι ου θεωρεί αυτό ουδέ γιγνώσκει αυτό” (Ιω. 14, 16-17). Εάν λοιπόν εσύ θέλεις να θεραπευθείς μέσα σ’ αυτόν τον τυφλό κόσμο και είσαι ικανοποιημένος να κυβερνάς τη ζωή σου με τα ψεύτικα διατάγματά του, ώ ταλαίπωρος που είσαι! Μόνος σου παραδόθηκες στα χέρια του θανατηφόρου εχθρού σου, όπως έκανε ο Σαμψών που παραδόθηκε στα χέρια των αλλοφύλων κι ακόμη έγινες μόνος σου φανερός αποστάτης του Κυρίου, του μόνου ευεργέτου σου. γιατί θέλησες να υπηρετείς τις αισθήσεις σου με τις ηδονές και προτίμησες μια ζωή τρυφηλή, μαλθακή και ηδονική, την οποία τόσο πολύ μίσησε ο Ιησούς μόλις γεννήθηκε, αν και αυτή η ζωή θεωρείται από τους άφρονες αλάνθαστη και αθώα!

Αχ αδελφέ μου! Και πιστεύεις εσύ ποτέ πως η άπειρη σοφία του Θεού θέλησε να βασανίσει τόσο πολύ το πανάγιόν της σώμα, όχι μόνο κατά την γέννησή του αλλά και σ’ ολόκληρη τη ζωή του και στο θάνατό του, εάν δεν ήταν αναγκαίο σε σένα να αποφεύγεις τις ηδονές και να σκληραγωγείς το σώμα σου; Και σε τί θα ωφελήσει η ασεβής σου πρόφαση που λες πως ο Χριστός δεν σε προστάζει με εντολή να απέχεις από τις ηδονές και τις αναπαύσεις των αισθήσεων και του σώματος, αλλά ότι σε συμβουλεύει μόνο λέγοντας “όστις θέλει οπίσω μου ακολουθείν, απαρνησάσθω εαυτόν και αράτω τον σταυρόν αυτού, και ακολουθείτω μοι”; (Μάρκ. 8,36). Καλά, και έτσι υπολογίζεις εσύ τις συμβουλές της ακτίστου σοφίας, προφασιζόμενος προφάσεις εν αμαρτίαις θέλοντας να εξουσιάζεις (και να υπερασπίζεσαι) την τρυφηλή ζωή σου; Να ξέρεις λοιπόν ότι πρέπει να μιμείσαι τον Ιησού Χριστό, αν θέλεις να είσαι προορισμένος για την Βασιλεία των ουρανών. Άκουσε τώρα εκείνες τις φοβερές αποφάσεις που φωνάζει με δυνατή φωνή μέσα από τη φάτνη το Βρέφος ο Ιησούς. “Ουαί υμίν τοις πλουσίοις, ότι απέχετε την παράκλησιν υμών. ουαί υμίν οι εμπεπλησμένοι, ότι πεινάσετε. ουαί υμίν οι γελώντες νυν, ότι πενθήσετε και κλαύσετε. ουαί, όταν καλώς υμάς είπωσι πάντες οι άνθρωποι” (Λουκ. 6,24-26). Τί απαντάς σ’ αυτά εσύ, που θέλεις να περνάς τη ζωή σου με ανέσεις κι’ έπειτα επιδιώκεις γι’ αυτό να βρίσκεις ακόμη και δικαιολογίες; Θεωρείς πως αυτά που λέγει ο Κύριος είναι λόγια κενά και πως ο Θεός μίλησε χωρίς να μπορούν να εκπληρωθούν τα λόγια του; Αυτό βγάλτο από το μυαλό σου. “Ο ουρανός και η γη παρελεύσονται, οι δε λόγοι μου ου μη παρέλθωσι” (Ματθ. 24,35). Να αισχύνεσαι λοιπόν, να αισχύνεσαι για όλες τις ηδονές και απολαύσεις και να θεωρείς τον εαυτό σου ανάξιο του ονόματος του Χριστιανού, επειδή με τη ζωή και τα έργα σου πρόσβαλες πολύ την χριστιανική σου ιδιότητα και τόσες φορές προτίμησες να υπηρετήσεις τη σάρκα σου παρά το Θεό. Με την συμπεριφορά σου αυτή έγινες αιτία να βλασφημείται από τα έθνη ο χριστιανισμός και το υπερύμνητον όνομα του Θεού, καθώς αυτός ο ίδιος παραπονείται και λέγει. “δι’ υμάς διά παντός το όνομά μου βλασφημείται εν τοις έθνεσιν” (Ησ. 52, 5).

Γι’ αυτό αποφάσισε επιτέλους να απαρνηθείς όλες τις ηδονές που αποδεδειγμένα δεν είναι απαραίτητες στη ζωή σου και να δεχτείς στο εξής ευχαρίστως όλους τους σταυρούς και τις θλίψεις που θα σου στείλει ο Θεός. να αγκαλιάσεις την σκληραγωγία που περιλαμβάνει η αληθινή μετάνοια και να μη λογαριάζεις τίποτε άλλο για να την αγαπάς, παρά να λογαριάζεις μόνο την αγάπη που έδειξε ο Χριστός γι’ αυτήν ήδη από την γέννησή του. Ευχαρίστησε τον Κύριο, που για την αγάπη σου θέλησε να γεννηθεί με τέτοια βάσανα. και προπάντων παρακάλεσέ Τον να σου δώσει χάρη να καταλάβεις καλά από το παράδειγμά του αυτή την αλήθεια. ότι δηλ. η παρούσα ζωή είναι καιρός για να κλαις και να θλίβεσαι κι όχι για να γελάς και να ξεφαντώνεις καθώς τονίζει ο Εκκλησιαστής “καιρός του κλαίειν” (3, 4) και με τον Εκκλησιαστή και ο Απόστολος. “ο καιρός συνεσταλμένος το λοιπόν εστίν, ίνα και οι έχοντες γυναίκα, ως μη έχοντες ώσι, και οι κλαίοντες ως μη κλαίοντες, και οι χαίροντες ως μη χαίροντες… παράγει γαρ το σχήμα του κόσμου τούτου” (Α’ Κορ. 7, 29).

3. Γιάτρεψε τον έρωτα της δόξας

Σκέψου ακόμη ότι ο Χριστός με την γέννησή του ήρθε να πολεμήσει με την ταπείνωσή του τον άτακτο έρωτα της δόξας. Ο κοσμικός άνθρωπος επιδιώκει να υπερέχει από τους άλλους, να τιμάται και να δοξάζεται και γενικά να φαίνεται ότι είναι ο εκλεκτότερος των υπολοίπων. να δίνει διαταγές με δεσποτική αλαζονεία, να μιλά­ει αφ’ υψηλού και να παρουσιάζεται ως αυθεντία. Αν καμιά φορά τύχει κι έρθουν σε αντιπαράθεση η δόξα του Θεού και η δόξα η δική του, τότε αυτός καταφρονεί την δόξα του Θεού και εκ των προτέρων προτιμά τη δική του δόξα.

Αυτά όλα είναι ανόητες θέσεις και διδασκαλίες που διδάσκει ο κόσμος στους μαθητές του και αυτά τα σφάλματα ήρθε να θεραπεύ­σει ο λυτρωτής μας, αφότου άρχισε να ζει στον κόσμο. Μπορούσε ο ίδιος ασφαλώς και βρέφος ακόμη να κάνει έργα ωρίμου ανδρός. μπορούσε δηλ. μόλις γεννήθηκε να μιλάει με καθαρή άρθρωση. μπορούσε να καταλαβαίνει και να μιλάει τις γλώσσες όλων των λαών. μπορούσε να έχει γύρω του χιλιάδες και μυριάδες ηλιομόρφων Αγγέλων για να τον παραστέκονται ολοφάνερα και να τον υπηρετούν όχι μόνον ως Θεό, αλλά και ως άνθρωπο. Ακόμη μπορούσε από την πρώτη στιγμή της ζωής του να χρησιμοποιεί τον χρόνο με το να τρέχει στον κόσμο να τον γεμίζει από τα μεγαλεία των θαυμάτων του, να τον φωτίζει με τις λάμψεις της διδασκαλίας του, να τον διδάσκει με την αγιότητα των παραδειγμάτων του και να τον μεταστρέφει με τη δύναμη του κηρύγματός του. Μ’ αυτά όλα μπορούσε να δοξάσει το όνομά του περισσότερο απ’ όλους τους ανθρώπους που υπήρχαν φιλόδοξοι στον κόσμο. και οι βασιλείς και οι άρχοντες και οι μεγιστάνες του κόσμου και όλοι οι λαοί να ξεκινούν από τα πέρατα της οικουμένης και να έρχονται στην Ιερουσαλήμ για ν’ ακούσουν την ουράνια σοφία που διδάσκει ένα βρέφος, όπως η βασίλισσα του Νότου που ξεκίνησε μέσα από την Ευδαίμονα Αραβία και ήρθε ν’ ακούσει τη σοφία του δωδεκαετούς παιδιού, του Σολομώντος. να έρχονται να δουν ένα νήπιο να φωτίζει τυφλούς, να καθαρίζει λεπρούς, να ανορθώνει χωλούς, να γιατρεύει αρρώστους, να ανασταίνει νεκρούς και γενικά να κάνει παράδοξα και φρικτά θαύματα, ώστε όλοι να το επαινούν, όλοι να το δοξάζουν, όλοι να το ευφημούν. Αλλά ο Ιησούς δεν ήθελε τέτοια ανθρώπινη και μάταιη δόξα. Όχι! Αλλά “σχήματι ευρεθείς ως άνθρωπος εταπείνωσεν εαυτόν”, καθώς λέγει ο θείος Παύλος (Φιλιπ. 2,8) και κρύβεται με τον ερχομό του σ’ ένα τόπο από τους πιο αφανείς της Ιουδαίας και σ’ ένα ενδιαίτημα των αλόγων ζώων σκεπάζει δε όλους τους θησαυρούς της σοφίας του μέσα σ’ ένα κομμάτι σάρκας και κάτω από την διανοητική αδυναμία ενός αγνώστου αφώνου νηπίου. “εν ώ εισι πάντες οι θησαυροί της σοφίας και της γνώσεως απόκρυφοι”! (Κολ. 2,3) Δι’ αυτό και ο Ησαΐας για την νηπιώδη αγνωσία του παιδιού αυτού λέγει. “…πριν ή γνώναι το παιδίον καλείν πατέρα ή μητέρα…” (Ησ. 8, 4). Και κατά την εποχή που οι βασιλείς της γης -εννοώ ο Αύγουστος Καίσαρ- κυβερνούν το κράτος τους με απογραφές και εκδίδουν στους λαούς νόμους και φαίνονται παντού ένδοξοι, αυτός, που είναι ο βασιλεύς των βασιλευόντων, γεννιέται και ζει εντελώς άγνωστος και θεωρείται σαν ένα μηδενικό. Ώ της ανυπέρβλητης ταπεινώσεώς σου, ώ γλυκύτατο όνομα, ώ γλυκύτατε υπεράνθρωπε Ιησού! Αυτή η ταπείνωσή σου έκανε τον προφήτη Αββακούμ να χάσει σχεδόν το μυαλό του και να λέει·“Κύριε, κατενόησα τα έργα σου και εξέστην. Εν μέσω δύο ζώων γνωσθήση” (Αββακ. 3,2). Αυτή η ταπείνωση παρακίνησε τον όσιόν σου Ισαάκ να πει τα υψηλά αυτά λόγια. “η ταπεινοφροσύνη στολή θε­ότητός εστιν. ο γαρ Λόγος ο ενανθρωπήσας αυτήν ενεδύσατο και ωμίλησεν ημίν δι’ αυτής εν τω σώματι ημών… ίνα μη η κτίσις τη αυτού θεωρία καταφλεχθή” (Λόγ. κ’).

Επειδή και η αιτία της πτώσεως των αγγέλων στον ουρανό και των ανθρώπων στη γη υπήρξε η διαφορά ανάμεσα στο μεγαλύτερο και στο μικρότερο, γι’ αυτό εσύ, ο Λόγος του Θεού, με τη γέννησή σου σηκώνεις από τον κόσμο αυτό το μεγάλο σκάνδαλο της απωλείας του κόσμου. και Συ, ο ανώτερος και “υπέρ τα όντα ων”, αφού έγινες κατώτερος και έσχατος όλων, κάνεις μ’ αυτό τον τρόπο όμοια όλα σου τα κτίσματα, τόσο τα μεγαλύτερα και ανώτερα, όσο και τα μικρότερα και κατώτερα και καταδεικνύεις ως άριστη οδό υψώσεως, την ταπείνωση, καθώς θεολογεί ο δικός σου της Θεσσαλονίκης Γρηγόριος ο Παλαμάς λέγοντας. “Ελευθερώνει με παράδοξο τρόπο ο Θεός από την αιτία της αρχικής πτώσεως (τον άνθρωπο). και αυτή (η αιτία) ήταν η υπεροχή και η κατωτερότητα που ενυπάρχει στα όντα. και από εδώ ξεκι­νάει ο φθόνος και ο δόλος και οι φανερές και κρυφές αντιπαλότητες. Ο Θεός λοιπόν ευδόκησε πρόσφατα (με την ενανθρώπηση του Χριστού) να διαλύσει την αιτία της υπερηφάνειας που καταστρέφει τα λογικά του κτίσματα. εξομοιώνει δηλ. τα πάντα με τον εαυτό του και επειδή βέβαια ο ίδιος με τον εαυτό του είναι ίσος και όμοιος κατά φύσιν, κάνει και την φύση ίση κατά χάριν με τον εαυτό της. Και αυτό πώς έγινε; Ο ίδιος ο εκ Θεού Θεός Λόγος, αφού άδειασε τον εαυτό του απόρρητα και μυστικά, κατέβηκε από ψηλά στην έσχατη ανθρώπινη ύπαρξη και αυτή αφού την έδεσε μαζί του κατά τρόπο άλυτο και αφού ταπεινώθηκε και  πτώχευσε σαν άνθρωπος (όμοιός μας) έκανε τα κάτω πάνω, μάλλον δε συνένωσε και τα δύο σε ένα. Με τη Θεότητα δηλ. συνένωσε την ανθρωπότητα και έτσι υπέδειξε σε όλους την ταπείνωση ως δρόμο που οδηγεί προς τα άνω, αφού πρόσφερε τον εαυτό του σήμερα υπόδειγμα μπροστά στους ανθρώπους και στους αγίους Αγγέλους” (Λόγος στη Γέννηση του Χριστού).

Τώρα, εσύ αγαπητέ, μπορείς να βρεις μεγαλύτερη απ’ αυτή τη διαφορά μεταξύ του Θεού και του κόσμου; Λοιπόν, από αυτούς τους δύο ποιος είναι δίκαιο να σ’ εξουσιάζει; Ο Χριστός ή ο κόσμος; Βέβαια ο Χριστός. γιατί ο Χριστός ούτε πλανά ούτε πλανάται, ενώ ο κόσμος και πλανά και πλανάται. Έπειτα, σκέψου, πως για τον Χριστό δεν ήταν αρκετό που γεννήθηκε υπήκοος του Καίσαρος Αυγούστου, αλλά θέλησε ακόμη να γεννηθεί και στην εποχή που γινόταν επίσημη δήλωση έμπρακτης υποταγής. “εν ταις ημέραις εκείναις εξήλθε δόγμα παρά Καίσαρος Αυγούστου απογράφεσθαι πάσαν την οικουμένην” (Λουκ. 2,1) και θέλησε να φέρει άνω – κάτω όλα τα πράγματα, κυρίως όμως να βάλει τον εαυτό του κάτω απ’ αυτήν την υποταγή. “Ανέβη δε και Ιωσήφ από της Γαλιλαίας εκ πόλεως Βηθλεέμ… απογράψασθαι συν Μαριάμ τη μεμνηστευμένη αυτώ γυναικί ούση εγκύω” (Λουκ. 2, 4).

Εσένα όμως αδελφέ φαίνεται πως σ’ ευχαριστεί να τα κάνεις όλα άνω κάτω, να συγχύζεις όλο τον κόσμο, μόνο για να εκπληρώσεις την επιθυμία σου, μόνο για να υποτάξεις όλους στη γνώμη σου, μόνο για να γίνεις μεγάλος και για να αποκτήσεις δόξα στον κόσμο. μ’ αυτό που κάνεις φαίνεσαι να λες. εγώ προτιμώ ν’ ακολουθήσω το παράδειγμα του κόσμου από το παράδειγμα του Χριστού. εγώ επιλέγω την δόξα των ανθρώπων από τη δόξα του Θεού.

Ω πόσο θα σου φανεί βαριά αυτή η παράλογη εκλογή σου, όταν στο φως της κρίσεως του Θεού θα δεις τα πράγματα όπως ακριβώς είναι κι όχι καθώς τώρα σου φαίνονται και όταν αυτό το βρέφος, που τώρα βλέπεις μέσα στη φάτνη άδοξο και ταπεινό, έρθει ως μέγας βασιλεύς με δύναμη και δόξα πολλή για να κρίνει όλο τον κόσμο.

Αλλά τί απαντάς; Ναι εγώ πρέπει να παραβλέπω την τιμή μου και να ταπεινώνομαι για το Χριστό, αλλά ο κόσμος είναι χωρίς διάκριση και με περιφρονεί και δεν με υπολογίζει για τίποτε. Εύγε, σωστά απάντησες. Άφησε λοιπόν να είναι κρυμμένη και καταφρονημένη απ’ αυτόν τον κόσμο η δική σου τιμή και η ζωή, για να φανερωθείς και συ με τιμή και δόξα, όταν φανερωθεί ο Χριστός. “Απεθάνετε γαρ, και η ζωή υμών κέκρυπται συν τω Χριστώ εν τω Θεώ.όταν ο Χριστός φανερωθή, η ζωή ημών, τότε υμείς συν αυτώ φανερωθήσεσθε εν δόξη” (Κολ. 3, 3-4).

Ας λέει ο κόσμος τα δικά του. τί σε νοιάζει; Εσύ ν’ ακολουθείς την οδηγία της σοφίας του Χριστού κι όχι της μωρίας του κόσμου, που είναι και δικός σου εχθρός και εχθρός του λυτρωτού σου. είναι τόσο μεγάλος εχθρός του που ο ίδιος ο Χριστός στο καιρό του πάθους του, ενώ παρακάλεσε τον ουράνιο πατέρα ακόμη και για τους σταυρωτές του, όμως για τον κόσμο δεν θέλησε να παρακαλέσει. “ου περί του κόσμου ερωτώ” (Ιω. 17,9). Γι’ αυτό πρέπει να διαλέξεις ένα από τα δύο, αν είσαι φίλος του Ιησού, πρέπει να είσαι εχθρός του κόσμου. και αν αντίθετα θελήσεις να είσαι φίλος του κόσμου, εξάπαντος θα είσαι εχθρός του Ιησού. “μοιχοί και μοιχαλίδες! ουκ οίδατε ότι η φιλία του κόσμου έχθρα του Θεού εστιν; ος αν ουν βουληθή φίλος είναι του κόσμου εχθρός του Θεού καθίσταται” (Ιακωβ. 4,4). Μα σου κακοφαίνεται επειδή σε καταφρονεί και σε μισεί ο κόσμος; Ανόητος που είσαι! Αυτό το μίσος και αυτή η καταφρόνηση (του κόσμου) είναι καλό σημάδι. πως δηλ. δεν είσαι μαθητής του κόσμου, αλλά μαθητής του Χριστού. “Ει εκ του κόσμου ήτε, ο κόσμος αν το ίδιον εφίλει. ότι δε εκ του κόσμου ουκ εστέ, αλλ’ εγώ εξελεξάμην υμάς εκ του κόσμου, διά τούτο μισεί υμάς ο κόσμος” (Ιω. 15, 19).

Αδελφέ μου, άνοιξε μία φορά τα μάτια σου για το καλό της ψυχής σου και αποφάσισε να μην εμπιστεύεσαι πια τον ψεύτη και επίβουλο κόσμο, καθώς σε συμβουλεύει και ο σοφός Σειράχ. “Μη πιστεύσης τω εχθρώ σου εις τον αιώνα” (Σοφ. Σειρ. 12, 10). Πάρε σταθερή απόφαση να μελετάς πάντοτε και να ακολουθείς την οδηγία του φωτός των παραδειγμάτων, του Ιησού Χριστού, ο οποίος μέσα από τα βρεφικά σπάργανα σου φωνάζει με γλώσσα ψελλίζουσα εκείνο το φοβερό έλεγχο. “Πώς δύνασθε υμείς πιστεύσαι, δόξαν παρά αλλήλων λαμβάνοντες και την δόξαν την παρά του μόνου Θεού ου ζητείτε;” (Ιω. 6, 44) Και επειδή αυτός (ο Ιησούς Χριστός) έπαθε τόσα για να σε διδάξει την αλήθεια, παρακάλεσέ τον να σου δώσει χάρη να καταλάβεις σ’ όλο το βάθος το παράδειγμά του και την διδασκαλία του, για να αγαπάς την ταπείνωσή του, η οποία είναι γεμάτη από αληθινό ύψος και δόξα. να μισείς όμως και να αποστρέφεσαι την δόξα και την τιμή του κόσμου, η οποία είναι αληθινή ατιμία και αδοξία. γιατί όχι μόνο σου στερεί την ουράνια δόξα, αλλά και γιατί στο τέλος της ζωής, καταλήγει (η δόξα του κόσμου) στο χώμα και στην κοπριά σύμφωνα με τη Δαβιτική εκείνη κατάρα. “Καταδιώξαι άρα ο εχθρός την ψυχήν μου… και την δόξαν μου εις χουν κατασκηνώσαι” (Ψαλμ. 7, 5).

 

Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου “Λόγος εις την Γέννησιν του Κυρίου Ημών Ιησού Χριστού”.

Γιορτάζουν τά πάντα ὁλόγυρα. Γι᾽ αὐτό κι ἐγώ νά γιορτάσω θέλω. Θέλω νά εὐφρανθεῖ ἡ ψυχή μου, νά πανηγυρίσει ἀπό τά καταβάθια μου. Εὐφραίνομαι βέβαια ὄχι κρούοντας τήν κιθάρα ἤ παίζοντας τό ραβδί τῶν σατύρων, οὔτε χρησιμοποιώντας αὐλούς ἤ ἀνάβοντας δάδες. Εὐφραίνομαι βλέποντας ἀντί γιά τά μουσικά ὄργανα τά σπάργανα τοῦ Χριστοῦ. Αὐτά εἶναι ἡ ἐλπίδα μου, αὐτά εἶναι ἡ ζωή μου. Αὐτά φέρνω μαζί μου, καί μέ τήν ἐνίσχυση πού παίρνω, τραγουδῶ μαζί μέ τούς Ἀγγέλους, Δόξα ἐν ὑψίστοις Θεῷ, καί μαζί μέ τούς ποιμένες, Καί ἐπί γῆς εἰρήνη ἐν ἀνθρώποις εὐδοκία.

Σήμερα γεννιέται γιά χάρη μου ἀπό παρθένο Αὐτός πού γεννήθηκε μέ τρόπο ἀπερίγραπτο ἀπ᾽ τόν Πατέρα. Τότε, προαιώνια, γεννήθηκε ἀπό τόν Πατέρα μέ τρόπο πού ταιριάζει στή Θεία φύση, τρόπο πού μόνο ὁ Γεννήτορας γνωρίζει. Σήμερα πάλι ξαναγεννήθηκε μέ ἀταίριαστο στή Θεία φύση τρόπο. Μέ τρόπο πού ἡ Χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος τώρα καλά γνωρίζει. Ἀληθινή κι ἡ οὐράνια γέννησή Του, ἀληθινή κι ἡ ἐπίγεια. Ἀληθινός Θεός ἀπ᾽ τό Θεό γεννήθηκε, κι ἀληθινός ἄνθρωπος ὁ Ἴδιος ἀπ᾽ τήν Παρθένο γεννήθηκε πάλι. Στόν οὐρανό μόνος Υἱός τοῦ Μόνου Θεοῦ, Μονογενή. Στή γῆ μόνος Υἱός ἄγαμης παρθένου ὁ Ἴδιος, πάλι Μονογενής. Γιατί καθώς εἶναι ἀσέβεια νά ὑποθέσουμε τήν ὕπαρξη μητέρας στήν οὐράνια γέννησή Του, ἔτσι εἶναι βλαστήμια νά ὑποθέσουμε τήν ὕπαρξη πατέρα στήν ἐπίγειά Του γέννηση. Ὁ Θεός-Πατέρας Τόν γέννησε χωρίς νά χάσει κάτι ἀπό τήν Θεότητά Του. Ἡ παρθένος Τόν γέννησε χωρίς νά χάσει τήν παρθενία της. Οὔτε πάλι ὁ Θεός ἔχασε τήν Θεϊκή Του ὑπόσταση ὅταν Τόν γέννησε, γιατί Τόν γέννησε ὅπως ἁρμόζει σέ Θεό. Ἀλλά κι οὔτε ἡ παρθένος φθάρηκε. Ὁ τοκετός Του ἦταν γεγονός πνευματικό. Λοιπόν, οὔτε ἡ οὐράνιά Του γέννηση μπορεῖ νά ἐξηγηθεῖ, οὔτε ἡ ἐπίγεια σάρκωσή Του ἐπιδέχεται ἑρμηνεῖες.

Ἐκεῖνο πού ξέρω μέ σιγουριά σήμερα εἶναι ὅτι Τόν γέννησε ἡ Παρθένος. Πιστεύω ὅτι Τόν γέννησε ὁ Πατέρας, προαιώνια. Σχετικά μέ τόν τρόπο τῆς γέννησης ὅμως ἔμαθα νά σιωπῶ. Δέν μοῦ ὑπόδειξαν οἱ παλιοί νά δοκιμάζω λογικές ἑρμηνεῖες. Γιατί ὅταν πρόκειται γιά τό Θεό δέν πρέπει κανείς νά ἀναλύει τά γεγονότα, ἀλλά νά πιστεύει στή δύναμη Αὐτοῦ πού τά πραγματοποιεῖ. Ἀναμφίβολα εἶναι φυσικός νόμος νά γεννᾶ ἡ γυναίκα μόνο ὅταν συνευρεθεῖ μέ ἄντρα. Ὅταν ὅμως μιά παρθένος πού δέν γνώρισε ἄντρα γεννήσει καί μετά τόν τοκετό παραμείνει πάλι παρθένος, αὐτό ξεπερνᾶ τούς φυσικούς νόμους. Ὅ,τι ἔχει σχέση μέ τούς φυσικούς νόμους ἀξίζει νά ἐρευνιέται, ὅ,τι ὅμως τούς ξεπερνᾶ πρέπει νά περιβάλλεται μέ τιμητική σιωπή. Κι αὐτό βέβαια ὄχι ἐπειδή τοῦ πρέπει ἀποσιώπηση, ἀλλ᾽ ἐπειδή ἀξίζει νά μένει μυστήριο καί νά τιμᾶται χωρίς πολυλογίες.

Συγχωρέστε με, σᾶς παρακαλῶ, πού νιώθω ἀδύναμος νά συνεχίσω τό λόγο πέρα ἀπ᾽ τόν πρόλογο. Φοβοῦμαι νά προχωρήσω στήν ἔρευνα τῶν πιό σημαντικῶν. Δέν κατέχω τόν τρόπο. Δέν ξέρω πού νά στρέψω τό λόγο. Τί νά πῶ; γιά ποιό νά μιλήσω; Βλέπω τή μητέρα, ἀντικρύζω τό παιδί, ὅμως τόν τρόπο τῆς γέννησης δέν τόν καταλαβαίνω. Ὅπου ὁ Θεός ἔχει ἄλλη βουλή, ἐκεῖ νικιέται ὁ φυσικός νόμος, νικιέται κι ἡ τάξη τοῦ κόσμου. Δέν γεννήθηκε σύμφωνα μέ τούς νόμους τῆς φύσης. Θαυματούργησε πάνω ἀπό τά ὅρια τῆς φύσης. Ἡ φύση ἀδράνησε. Ἐνήργησε ἡ βούληση τοῦ Δεσπότη. Τί ἀπερίγραπτο δῶρο! Ὁ Μονογενής πού ὑπάρχει προαιώνια, αὐτός πού δέν ἐμπίπτει στίς ἀνθρώπινες αἰσθήσεις, ὁ ἀσύνθετος, ὁ ἀσώματος, περιβλήθηκε τό σῶμα μου. Τό σῶμα πού ὑπόκειται στή φθορά, πού συλλαμβάνεται ἀπό τίς αἰσθήσεις. Γιατί; Γιά νά μπορέσει νά μᾶς διδάξει καθώς θά Τόν βλέπουμε ἀνάμεσά μας κι ἔτσι νά μᾶς ὁδηγήσει σέ ἐκεῖνα πού τά χοϊκά μάτια μας ἀδυνατοῦν νά δοῦνε. Οἱ ἄνθρωποι ἔχουν μεγαλύτερη ἐμπιστοσύνη στά μάτια τους παρά στ᾽ αὐτιά τους κι ἔτσι ἀμφιβάλλουν γιά ὅ,τι δέν βλέπουν. Γι᾽ αὐτό ἀκριβῶς ὁ Θεός ἀνέχθηκε νά παρουσιαστεῖ μέ σῶμα μπρός στά μάτια μας γιά νά διαλύσει τίς ἀμφιβολίες πού εἴχαμε, ἀκούγοντας μόνο τά λόγια Του. Καί γεννιέται ἀπό παρθένο πού ἀγνοεῖ τήν ὑπόθεση καί πού δέν πῆρε ἐνεργό μέρος στό γεγονός, οὔτε συννενοήθηκε γιά τήν πραγματοποίησή του. Ἡ Παρθένος ἦταν ἁπλό ὄργανο τῆς ἀπόρρητης δύναμης τοῦ Θεοῦ. Ἕνα μόνο πράγμα γνώριζε, ἐκεῖνο πού ρώτησε κι ἔμαθε ἀπό τόν Γαβριήλ. Ὅταν δηλαδή ρώτησε, «πῶς ἔσται μοι τοῦτο ἐπεί ἄνδρα οὐ γιγνώσκω» ἐκεῖνος τῆς εἶπε: Αὐτό θέλεις νά μάθεις; «Πνεῦμα Ἅγιον ἐπελεύσεται ἐπί σέ καί δύναμις Ὑψίστου ἐπισκιάσει σοι».

Καί πῶς, ἐνῶ ἦταν «μετ᾽ αὐτῆς», σέ λίγο γεννήθηκε «ἐξ αὐτῆς»; Ὅπως ὁ τεχνίτης ὅταν βρεῖ εὔπλαστη ὕλη, κατασκευάζει πιό ὄμορφο τό ἀγγεῖο, ἔτσι καί ὁ Χριστός. Ἐπειδή βρῆκε ἅγιο καί τό σῶμα καί τήν ψυχή τῆς Παρθένου, φιλοτέχνησε ἔμψυχο Ναό δικό Του. Καί ἀφοῦ κεῖ μέσα, μέ τόν τρόπο πού θέλησε, ἔπλασε τόν καινούργιο ἄνθρωπο, καί ἀφοῦ τόν περιβλήθηκε, γεννήθηκε σάν σήμερα, χωρίς καθόλου νά ἀπεχθάνεται τήν κακόμοιρη ἀνθρώπινη πεσμένη φύση. Καί φυσικά δέν θεώρησε προσβλητικό νά περιβληθεῖ τό δικό Του ἔργο. Ἀλλά καί τό δημιούργημά Του ἀπολάμβανε τήν πιό μεγάλη δόξα μέ τό νά γίνει ἔνδυμα τοῦ δημιουργοῦ Του. Ὅπως στήν ἀρχική δημιουργία δέν ἦταν δυνατό νά ὑπάρξει ὁ ἄνθρωπος πρίν πάρει ὁ Θεός στά χέρια Του τόν πηλό, ἔτσι καί τό φθαρμένο ἀνθρώπινο σῶμα δέν ἦταν δυνατό νά ἀνακαινιστεῖ, ἄν δέν γινόταν ἔνδυμα τοῦ δημιουργοῦ Του.

Ἀλλά τί νά πῶ; Γιά ποιό πράγμα νά μιλήσω; Μένω ἔκπληκτος μπροστά στό θαῦμα. Ὁ «Παλαιός τῶν ἡμερῶν» ἔχει γίνει παιδάκι. Ὁ καθισμένος σέ θρόνο ψηλό κι ὑπερυψωμένο τοποθετεῖται σέ φάτνη. Ὁ ἀψηλάφητος κι ἀσύνθετος καί ἀσύμμικτος καί ἀσώματος ἀγκαλιάζεται ἀπό ἀνθρώπινα χέρια. Αὐτός πού ἔσπασε τά δεσμά τῆς ἁμαρτίας τυλίγεται μέ σπάργανα, ἐπειδή αὐτή εἶν᾽ ἡ θέλησή Του. Γιατί θέλει νά μετατρέψει τήν ἀτιμία σέ τιμή, νά ντύσει τήν ἀδοξία μέ δόξα. Νά προβάλει ὡς ἐνάρετο ἦθος ἐκεῖνο πού ἀποτελοῦσε ὑπέρτατη προσβολή. Ἔτσι, λοιπόν, ἀναλαμβάνει τό δικό μου σῶμα γιά νά μπορέσω ἐγώ νά ὑποδεχτῶ τό Λόγο Του. Καί παίρνοντας τή σάρκα μου μοῦ χαρίζει τό Πνεῦμα Του, ὥστε μέ τή δοσοληψία αὐτή νά μοῦ προμηθεύσει τό θησαυρό τῆς ζωῆς. Παίρνει τή σάρκα μου γιά νά μέ ἁγιάσει. Μοῦ δίνει τό Πνεῦμα Του γιά νά μέ ἀπελευθερώσει.

Ἀλλά τί νά πῶ; Γιά ποιό πράγμα νά μιλήσω; «Ἰδού ἡ Παρθένος ἐν γαστρί ἕξει.» Καί ποιόν γέννησε; Ποιόν; Τόν κυρίαρχο τῆς φύσης. Ἡ φύση τό διακηρύττει. Τόν γέννησε ὅπως Ἐκεῖνος θέλησε νά γεννηθεῖ. Ὁ τρόπος τῆς γέννησης δέν ἦταν ὁ συνηθισμένος φυσικός τρόπος, ἀλλά Ἐκεῖνος, ὡς κυρίαρχος τῆς φύσης, ὅρισε ἕναν ἀλλιώτικο τρόπο. Νά δείξει ἤθελε πώς ἀκόμα κι ὅταν γίνεται ἄνθρωπος δέν γεννιέται ὅπως οἱ ἄνθρωποι, ἀλλά καθώς ἁρμόζει στό Θεό. Λοιπόν, προῆλθε ἀπό τήν Παρθένο πού ὑπερνίκησε τούς φυσικούς νόμους, πού ξεπέρασε τήν ἀναγκαιότητα τοῦ γάμου. Ὁ ὑπέρτατος ἀρχηγός τῆς ἁγιοσύνης ἔπρεπε νά ᾽ρθει στόν κόσμο μονάχα μέσα ἀπό καθαρό κι ἅγιο τοκετό. Γιατί Αὐτός εἶναι πού τότε ἀπό ἄσπιλο χῶμα ἔπλασε τόν Ἀδάμ κι ἀπό τόν Ἀδάμ χωρίς συμμετοχή γυναίκας, δημιούργησε γυναίκα. Ὅπως, λοιπόν, ὁ Ἀδάμ χωρίς τήν συμμετοχή γυναίκας παρήγαγε γυναίκα, ἔτσι καί σάν σήμερα ἡ Παρθένος, χωρίς τήν συμμετοχή ἄντρα γέννησε ἄντρα. «Γιατί εἶναι ἄνθρωπος», λέει, «καί ποιός θά τόν ἀναγνωρίσει»; Ἐπειδή, λοιπόν, τό γυναικεῖο γένος εἶχε ὑποχρέωση πρός τήν ἀνθρωπότητα, μιά καί ἀπό τόν Ἀδάμ δημιουργήθηκε ἡ γυναίκα χωρίς συνδρομή γυναίκας, γι᾽ αὐτό ἀκριβῶς σάν σήμερα γέννησε ἡ Παρθένος χωρίς τή συνδρομή ἄντρα, γιά νά ξοφληθεῖ τό χρέος τῆς Εὔας πρός τούς ἄντρες.

Προκειμένου, δηλαδή, νά μήν ὑπερηφανευθεῖ ὅτι μόνος του δημιούργησε τή γυναίκα ὁ Ἀδάμ, γι᾽ αὐτό ἀκριβῶς ἡ Παρθένος γέννησε ἄντρα χωρίς νά νυμφευθεῖ, γιά νά φανεῖ, μέ τήν ἀναλογία αὐτή τοῦ θαύματος ἡ φυσική ἰσοτιμία τῶν δύο φύλων. Ὅπως, μάλιστα, ὅταν πῆρε ὁ Θεός τήν πλευρά τοῦ Ἀδάμ γιά νά πλάσει τήν Εὔα, δέν τόν ἄφησε λειψό, ἔτσι καί ὅταν ἔπλασε τόν ἔμψυχο ναό Του ἀπ᾽ τήν Παρθένο, δέν κατάργησε τήν παρθενία Της. Ἀκέραιος ἔμεινε ὁ Ἀδάμ καί μετά τήν ἀφαίρεση τῆς πλευρᾶς του. Ἄφθαρτη ἔμεινε κι ἡ Παρθένος μετά τόν τοκετό.

Ὁ Θεός δέν δημιούργησε ναό Του ἀπό κάποια ἄλλη ὕλη, οὔτε ἔπλασε ἕνα ἀλλοιώτικο σῶμα γιά νά περιβληθεῖ, μήπως θεωρηθεῖ ὅτι προσβάλλει τό ὑλικό ἀπό τό ὁποῖο ἦταν πλασμένος ὁ Ἀδάμ. Κι ἐπειδή ὁ ἄνθρωπος ἐξαπατημένος ἀπό τό διάβολο ἔγινε ὄργανό του, γι᾽ αὐτό ἀκριβῶς κι ὁ Θεός περιμάζεψε αὐτό τόν ξεπεσμένο ἔμψυχο ναό. Ἔτσι ὥστε νά βοηθηθεῖ ὁ ἄνθρωπος κοινωνόντας μέ τό δημιουργό Του καί νά μπορέσει νά ἀπομακρυνθεῖ ἀπό τή συντροφιά τοῦ διαβόλου. Ὅμως καί ὅταν γίνεται ἄνθρωπος δέν γεννιέται ὡς κοινός ἄνθρωπος, ἀλλά γεννιέται ὡς Θεός. Γιατί ἄν προερχόταν ἀπό ἕνα συνηθισμένο γάμο, ὅπως λόγου χάρη ἐγώ, οἱ περισσότεροι δέν θά πίστευαν πώς εἶναι Θεός. Τώρα ὅμως, γι᾽ αὐτό ἀκριβῶς γεννιέται ἀπό Παρθένο. Γι᾽ αὐτό κατά τήν γέννησή Του διατηρεῖ τή μήτρα της ἀναλλοίωτη καί διαφυλάττει τήν παρθενία της ἄφθαρτη. Νά μέ ἀναγκάσει ἔτσι θέλει ὁ ἀσυνήθιστος τρόπος τῆς γέννησης, νά παραδεχτῶ πέρα γιά πέρα τήν τέλεια θεότητά Του.

Λοιπόν κι ἄν κάποιος εἰδωλολάτρης, κι ἄν κάποιος Ἑβραῖος μέ ρωτᾶ πῶς γίνεται ὁ Χριστός ἄν καί Θεός ὡς πρός τήν φύση Του, νά ἔχει πάρει σάρκα ἀνθρώπου, θά τοῦ ἀπαντήσω μ᾽ αὐτόν τόν τρόπο. Θά τοῦ παρουσιάσω ὡς ἀπόδειξη τοῦ ἰσχυρισμοῦ μου τήν ἄσπιλη σφραγίδα τῆς παρθενίας. Δέν μπορεῖ παρά νά ᾽ναι Θεός Αὐτός πού νικᾶ τή φυσική τάξη. Δέν μπορεῖ παρά νά ᾽ναι ὁ πλάστης τῆς μήτρας κι ὁ δημιουργός τῆς παρθενίας Αὐτός πού γεννήθηκε μέ τρόπο ἀμόλυντο καί οἰκοδόμησε γιά τόν ἑαυτό Του ναό, ἄγνωστο πῶς, ἀλλά πάντως μέ τόν τρόπο πού Ἐκεῖνος θέλησε…